Η καταρροή είναι η αυξημένη έκκριση υγρών και βλεννών από τη μύτη, με τη βλέννα να προστατεύει τη μύτη από την είσοδο μικροβίων, μικροοργανισμών, χώματος και γύρης, αλλά και από την προώθηση αυτών προς τους πνεύμονες.
Η καταρροή εμφανίζεται όταν οι ρινικοί ιστοί και τα αιμοφόρα αγγεία παράγουν περισσότερο υγρό ή βλέννα, ενώ όταν τα ιγμόρεια γεμίζουν από βλέννα, δημιουργείται μία αποπνικτική και δυσάρεστη αίσθηση. Η καταρροή μπορεί να προκληθεί από το κρύο, αφού, όταν πέφτει η θερμοκρασία, η μύτη προσπαθεί να ζεστάνει τον αέρα που αναπνέουμε, με αποτέλεσμα η επιπλέον ροή αίματος να οδηγεί σε μεγαλύτερη παραγωγή βλέννας.
Ακόμα, προκαλείται πολύ συχνά από κρυολόγημα ή γρίπη, αφού στην προσπάθειά του να κρατήσει τα επικίνδυνα μικρόβια και τους μικροοργανισμούς έξω από τους πνεύμονες, ο οργανισμός παράγει περισσότερη βλέννα. Άλλη μία αιτία είναι οι αλλεργίες. Πολλοί άνθρωποι παρουσιάζουν αλλεργία στη γύρη, τα κατοικίδια, τα ακάρεα σκόνης που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα, ενώ η αλλεργία μπορεί να είναι χρόνια ή εποχική και προκαλεί καταρροή.
Τέλος, όταν κλαίμε, τα δάκρυα βγαίνουν από τους δακρυγόνους αδένες και αποστραγγίζονται από τους δακρυικούς πόρους, δημιουργώντας την καταρροή. Όταν δεν συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα, η εμφάνιση καταρροής δεν εμπνέει ανησυχία και τις περισσότερες φορές δεν χρειάζεται καν θεραπεία, υποχωρώντας με την εξάλειψη του αιτίου που την προκαλεί.
Σύμφωνα με τους ειδικούς μπορεί να περιοριστεί και τελικά να αντιμετωπιστεί με συχνή αποσυμφόρηση (φύσημα) με χαρτομάντιλα που θα πρέπει να πετάμε αμέσως μετά τη χρήση και αποσυμφορητικά μύτης (ρινικά σπρέι) ή με φυσιολογικό ορό.