Με μια συγκινητική ιστορία που συνέγραψε η ίδια και ανήρτησε στην σελίδα της, επέλεξε η  βουλευτής Λάρισας Ευαγγελία Λιακούλη,  να αποτίσει φόρο τιμής στις μητέρες όλου του κόσμου:

« Όσοι γνώριζαν, το είπαν «Μάνα»…

Ήταν μαζί από το λύκειο, συμμαθητές, στην ίδια τάξη …
Ο Γιώργος, ένα συνεσταλμένο παιδί, με προσεκτική συμπεριφορά, δεν θα τον έλεγες και «ανοιχτό» τύπο.

Η Μαίρη, το ακριβώς αντίθετο! Η ψυχή της παρέας, κεφάτη, με καλαμπούρια, ατάκες και ανεμελιά. «Το τρελοκομείο», ήταν το παρατσούκλι της, αφού πραγματικά δεν άφηνε τρέλα που να μην κάνει.

Ο Γιώργος άριστος μαθητής, η Μαίρη, μέτρια πράγματα...
Σπούδασαν μαζί στη Θεσσαλονίκη, εκείνος μηχανικός, εκείνη σε μια σχολή κομμωτικής.

Όταν τέλειωσαν τις σπουδές τους, αποφάσισαν να παντρευτούν.

Τα χρόνια περνούσαν, ο καθένας στη δουλειά του, με κοινούς φίλους και γνωστούς, κρατώντας ζεστή και όμορφη τη σχέση τους. Το μεγάλο «αγκάθι» , η προσπάθειά τους εδώ και έντεκα χρόνια να αποκτήσουν ένα μωρό. Είχαν γυρίσει όλους τους γιατρούς, είχαν επιχειρήσει εξωσωματικές, ειδικές θεραπείες, εναλλακτικές μεθόδους, αλλά τίποτε .

Αποφάσισαν να υιοθετήσουν ένα παιδί, ένα νεογέννητο αγοράκι.
Η χαρά τους ήταν ανείπωτη. Ο μικρός Φώτης, κέρδισε όλη την αγάπη τους και έγινε όλη τους η ζωή. Παιχνίδια, σχέδια για το μέλλον του, μέρες και νύχτες γεμάτες όνειρα και χαρά…

Η ευτυχία κράτησε λίγο… Το παιδί, φτάνοντας στα τρία του χρόνια διαπιστώθηκε ότι έχει αναπτυξιακή διαταραχή στο φάσμα του αυτισμού, με νοητική υστέρηση και σοβαρά προβλήματα στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξή του.

Κεραυνός και συντριβή!

Παρέλαση ειδικών, γιατρών, αναπτυξιολόγων, ειδικών παιδαγωγών και ό,τι «ειδικό» ανακάλυψαν, ψάχνοντας απεγνωσμένα
Καμία ελπίδα! Το παιδί, πρέπει να μεταφερθεί σε ειδική δομή, προκειμένου να αποκτήσει κάποιες δεξιότητες, αλλά η αδυναμία στην ομιλία, στην κίνηση, στην επικοινωνία και στη συμπεριφορά θα υπάρχουν πάντα και θα αυξάνονται προοδευτικά, ήταν η μόνιμη επωδός των ειδικών

Η άρνηση της Μαίρης, ήταν πεισματική. «Δεν αφήνω το παιδί μου. Θα το φροντίσω εγώ!»
Ξεκίνησε έναν αγώνα δρόμου. Ο μικρός στο δωμάτιό του – καταφύγιό του, όσο μεγάλωνε, δεν μιλούσε, δεν ανταποκρινόταν στα παιχνίδια, δεν συμμετείχε σε τίποτε.

Εκείνη ένα πραγματικό θηρίο, δύναμης και αντοχής. Μέρα –νύχτα δίπλα του, του διάβαζε συνέχεια παραμύθια και ιστορίες για παιδιά, έπαιζε με τα παιχνίδια για λογαριασμό του, μιλούσε με τις κούκλες, τσουλούσε τα αυτοκινητάκια, με το παιδί να μένει κοντά της ήρεμο, αλλά αδιάφορο…

Όλοι την παρότρυναν να σταματήσει.
Ο άντρας της, απογοητευμένος και απόμακρος, με μόνιμη τη θλίψη στο πρόσωπό του, επιχειρούσε να την πείσει ότι είναι μάταιο .

Εκείνη αμετάπειστη.
Κάθε μέρα, για ώρες ολόκληρες, τα ίδια. Παράτησε τη δουλειά της και ο κόσμος όλος επικεντρώθηκε στο παιδί της, που το μόνο που δέχθηκε στα έξι χρόνια του από εκείνη, ήταν ένα μανταλάκι που της έπεσε μια μέρα από τη λεκάνη των ρούχων και έγινε το αγαπημένο του παιχνίδι, που μόνιμα έσφιγγε στα χέρια του.

Ο καιρός περνούσε και ξαφνικά …Δεν θα ξεχνούσε ποτέ η Μαίρη εκείνη τη μέρα.. Δεν πίστευε στα μάτια της… Κρατούσε το τεστ εγκυμοσύνης στο χέρι, παγωμένη και αμήχανη. Ήταν θετικό! Δεν γίνονται αυτά, σκεφτόταν! Αποκλείεται να μου συμβαίνει αυτό . Ήταν ήδη 43 ετών, με ιατρικά αποκλεισμένη την πιθανότητα εγκυμοσύνης…

Νέα δεδομένα, νέες ισορροπίες, νέες καταστάσεις.
Εκείνη σε σύγχυση, ο Γιώργος ήρεμος και πράος, καλοδέχθηκε το νέο και την έκανε να το δεχθεί κι αυτή, σαν θέλημα Θεού

Υποδέχθηκαν το νέο μωρό τους , ένα πανέμορφο κοριτσάκι, τη Νεφέλη.
Κάθε μέρα ευχαριστούσαν το Θεό, για το υπέροχο πλάσμα που τους χάρισε. Γεμάτη σκέρτσο και τσαχπινιά, γλύκα και νάζι, έφερε τα πάνω –κάτω στη ζωή τους, ταξιδεύοντάς τους καθημερινά στην ευτυχία. Η Νεφέλη μεγάλωνε φυσιολογικά και μπαίνοντας στα πέντε της χρόνια, ξεκίνησε το νηπιαγωγείο.

Η Μαίρη τη φρόντιζε, τη λάτρευε, αλλά τίποτε δεν άλλαξε για τον Φώτη.
Ποτέ δεν της πέρασε από το μυαλό, να κάνει κάτι διαφορετικό από ό,τι κάθε μέρα.

Μαζί του συνέχεια, διάβασμα, παιχνίδι, βόλτα, επιμονή, πείσμα, ελπίδα…
Ο Φώτης της!. Ενας «μικρός άγγελος , χωρίς φτερά», όπως συνήθιζε να λέει στους φίλους της, συνεχίζοντας να προσπαθεί .

Ο Γιώργος όμως, δεν αισθανόταν πια έτσι. Ξεκίνησε να απαιτεί από τη Μαίρη περισσότερο χρόνο για τον ίδιο και τη μικρή, ζήτησε να πάνε διακοπές οι τρεις τους, της είπε ότι κουράστηκε, ότι δεν μπορεί πια να τη βλέπει να επιμένει στις ανοησίες της, ότι θέλει μια κανονική ζωή, ότι φθάνει πια ..

Την επισκέφθηκε στο σπίτι η μητέρα της και η αδερφή της. Χρησιμοποίησαν τα επιχειρήματα του Γιώργου, σαν να ήταν συνεννοημένοι, μίλησαν για τη Νεφέλη και ξανά για τη Νεφέλη και πάλι για τη Νεφέλη…

Σκίστηκε η καρδιά της… Ώρες έκλαιγε στο δωμάτιό της… Πώς είναι δυνατόν να αδιαφορούν έτσι για τον γιο μου, αναρωτιόταν..Πώς είναι δυνατόν να ξεγράφουν έτσι, το σπλάχνο μου;

Την επόμενη ημέρα το πρωί, αφού έφυγαν όλοι από το σπίτι, πήγε στο Φώτη της, για να ξεκινήσει τα συνηθισμένα, με πίκρα στην καρδιά, αλλά με μεγαλύτερη αγάπη και ελπίδα…

Ένιωθε ότι ήταν μόνη πια, χωρίς συμμάχους στον αγώνα της.
Κάθισε οκλαδόν στο πάτωμα και καλημέρισε το γιό της, ανοίγοντας τα βιβλία του και ξεκινώντας το διάβασμα, χωρίς να περιμένει καμία απόκριση

Τότε ξαφνικά, σαν να άνοιξε ο ουρανός και έστειλε τα φτερά, άκουσε το Φώτη να λέει :
«Μαμά, το μανταλάκι είναι κόκκινο και αυτή την ιστορία, τη βαριέμαι…»

Οι γιατροί μίλησαν για «θαύμα»
Όσοι όμως γνώριζαν, μίλησαν για «Μάνα»