Στις παρενέργειες της κλιµατικής κρίσης που βιώνουν πλέον οι παραγωγοί  καθώς βλέπουν τις καλλιέργειές τους να «σβήνουν» από τη λειψυδρία αφιερώνει το κεντρικό της θέμα η Καθημερινή της Κυριακής το οποίο υπογράφει η Τάνια Γεωργιοπούλου. 

Στη Θεσσαλία διαδραµατίζεται το θέατρο του παραλόγου – φαινοµενικά βέβαια, γιατί επιστηµονικά υπάρχουν εξηγήσεις, γράφει η εφημερίδα: οι ίδιες περιοχές που υποφέρουν ακόµη από τις συνέπειες των πληµµυρών που έπληξαν την περιοχή τον περασµένο Σεπτέµβριο, αντιµετωπίζουν τώρα σηµαντικές ελλείψεις νερού για το πότισµα καλαµποκιών και σιτηρών, βαµβακιού και βιοµηχανικής ντοµάτας που έχουν φυτευτεί. Μεγάλες περιοχές στην Καρδίτσα και τη Λάρισα ποτίζονται µέσω των ΤΟΕΒ (Τοπικοί Οργανισµοί Εγγείων Βελτιώσεων) που διαχειρίζονται το νερό από τη λίµνη Πλαστήρα, αφού ο ταµιευτήρας του Σµοκόβου «έχει στερέψει» εδώ και ένα µήνα. «Πολλές γεωτρήσεις δεν βγάζουν πλέον νερό αλλά αέρα», περιγράφουν οι παραγωγοί.

«Εκτιµήσεις, όχι µετρήσεις»

Ηρθε η ώρα να αλλάξουµε καλλιέργειες; «Ηρθε η ώρα να µάθουµε να διαχειριζόµαστε το νερό που υπάρχει σωστά, όχι µόνο σε περιόδους ξηρασίας αλλά και την περίοδο που υπάρχει. Και ήρθε η ώρα να κάνουµε αξιόπιστες µετρήσεις όσον αφορά το νερό που ξοδεύουµε», ξεκαθαρίζει ο Κώστας Σούλης, διδάκτωρ Γεωπονικών Επιστηµών του Γεωπονικού Πανεπιστηµίου Αθηνών µε αντικείµενα τη Γεωπληροφορική, την Υδρολογία και τη ∆ιαχείριση Υδατικών Πόρων. Ο κ. Σούλης, µέλος της Ερευνητικής Μονάδας GIS του ΓΠΑ, σε συνεργασία µε δύο ακόµη επιστήµονες (Εµµανουήλ Ψωµιάδης, Παρασκευή Λόντρα), συνέταξαν µελέτη στο πλαίσιο της αναµόρφωσης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), που περιλαµβάνει εκτίµηση των ποσοτήτων νερού που απαιτούνται για τη γεωργία ανά περιοχή στην Ελλάδα. «Ολες οι µελέτες βασίζονται σε εκτιµήσεις και όχι πραγµατικές µετρήσεις για τις ποσότητες νερού που χρησιµοποιούνται», τονίζει.

Προσθέτει ότι «ακόµη και οι ΤΟΕΒ που έχουν υδρόµετρα δεν κρατάνε τα στοιχεία της προηγούµενης χρονιάς έτσι ώστε να µπορείς να βγάλεις συµπεράσµατα». Επιπλέον, οι κρατικοί φορείς δεν συνεργάζονται µεταξύ τους όσον αφορά τον διαµοιρασµό δεδοµένων. Οπως αναλύεται στη µελέτη, «υπάρχει σοβαρό πρόβληµα µε την ύπαρξη αξιόπιστων και πλήρων χρονοσειρών ιστορικών δεδοµένων, που να καλύπτουν επαρκώς όλη την έκταση της χώρας. Επίσης, η παροχή τέτοιων δεδοµένων από αντίστοιχους φορείς, όπως είναι η ΕΜΥ ή το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, παρουσιάζει πολλά προσκόµµατα, µε αποτέλεσµα –για παράδειγµα– να µην είναι διαθέσιµα πρόσφατα µετεωρολογικά δεδοµένα (µετά το 2004). Θα πρέπει να µελετηθούν τρόποι για την καλύτερη συνεργασία του υπουργείου µε τους αντίστοιχους φορείς, ώστε τα κρίσιµα αυτά δεδοµένα να είναι άµεσα διαθέσιµα στις υπηρεσίες του».

Στη Θεσσαλία, σε χωράφια που την άνοιξη ήταν ακόµη πληµµυρισµένα και µόλις πρόλαβαν να σπαρθούν, τώρα οι παραγωγοί δεν έχουν νερό για να τα ποτίσουν. «Από την πληµµύρα, ξαφνικά βρεθήκαµε στην ξηρασία», λέει ο ∆ηµήτρης Τσιούρης, πρόεδρος του ΤΟΕΒ Πηνειού. O «Daniel» προκάλεσε πολλές καταστροφές στις υποδοµές, οι οποίες ακόµη δεν έχουν αποκατασταθεί. «Εχουµε φτιάξει πρόγραµµα για να φτάσει το νερό µέχρι τέλος Αυγούστου. Κάθε τέσσερις µέρες δίνουµε νερό σε άλλη περιοχή για να µη χάσουν οι παραγωγοί και δεύτερη χρονιά τη σοδειά τους».

«Οι ανάγκες σε νερό έχουν αυξηθεί λόγω της παρατεταµένης περιόδου ανοµβρίας, σε συνδυασµό µε τις υψηλές θερµοκρασίες. Τα αρδευτικά δίκτυα έχουν πολλά προβλήµατα και µεγάλες απώλειες λόγω του ότι είναι ανοιχτά», περιγράφει ο πρόεδρος του ΤΟΕΒ Ταυρωπού Θανάσης Μαρίνος.

Η λύση που προκρίνεται αυτή τη στιγµή είναι περιορισµός της κατανάλωσης και προσευχές για να βρέξει το επόµενο χρονικό διάστηµα. Οχι πολύ όµως, γιατί τότε «θα έρθουν πάλι πληµµύρες».

Λόγω της κλιµατικής κρίσης, το κλίµα θα γίνει περισσότερο ξηρό και θερµό. Οµως, είναι διαφορετική η έννοια του κλίµατος σε σχέση µε τον καιρό για τον οποίο η δυνατότητα προγνώσεων είναι περιορισµένη χρονικά. «Το τι θα συµβαίνει χρονιά τη χρονιά δεν το γνωρίζουµε και δεν πρέπει να πηγαίνουµε χρονιά τη χρονιά. Μπορεί να έχουµε δύο χρονιές µε αρκετές βροχοπτώσεις, µπορεί να έχουµε και τρίτο χρόνο ξηρασίας. Είµαστε µια χώρα που έχει πρόβληµα όσον αφορά στους υδάτινους πόρους και άρα θα πρέπει να είµαστε προετοιµασµένοι για κάθε συνθήκη, να είµαστε σε κατάσταση διαρκούς εγρήγορσης. Εµείς όµως ξέρετε τι κάνουµε; Σχεδιάζουµε στα χαρτιά και αρχίζουµε να εφαρµόζουµε µέτρα όταν ήδη τα αποθέµατα νερού πλησιάζουν να εξαντληθούν. Αντίθετα, χρειάζεται λελογισµένη κατανάλωση ακόµη και όταν έχουµε νερό». Ο κ. Σούλης παροµοιάζει τη διαχείριση νερού µε τη διαχείριση χρηµάτων. Αν µόλις λάβεις χρήµατα τα ξοδέψεις όλα, µέχρι να ξαναπληρωθείς θα πεινάσεις.

«Πριν να σχεδιάσουµε δραστικές λύσεις, όπως αλλαγές καλλιεργειών, είναι αναγκαίο να διαχειριστούµε σωστά ό,τι υπάρχει και βέβαια πριν απ’ όλα να µετρήσουµε σωστά τι υπάρχει. Σήµερα µετράµε τα στρέµµατα που καλλιεργούνται και ανάλογα την καλλιέργεια υπολογίζουµε το νερό που χρησιµοποιείται. Αλλά δεν ξέρουµε πόσο νερό ξοδεύεται στην πραγµατικότητα», υπογραµµίζει ο κ. Σούλης.

Για να αποδείξει πόση απόκλιση µπορούν να έχουν οι υπολογισµοί που κάνουµε επί χάρτου, αναφέρει ότι συνεργάζεται µε δύο παραγωγούς ακτινιδίων σε διαφορετικές περιοχές. «Στο πλαίσιο των πειραµατισµών που κάνουµε, τους έχουµε ζητήσει να ποτίζουν µε βάση τη δική τους εκτίµηση, την πείρα τους. Ο ένας ρίχνει διπλάσιες ποσότητες νερού από τον άλλον, κάτι που εκτός από σπατάλη νερού δεν είναι και καλό για την καλλιέργεια».

Είναι παράλογο, αλλά όταν φτιάχνονται ταµιευτήρες δηµοπρατούνται ξεχωριστά τα δίκτυα διανοµής του νερού. «Πρώτα φτιάχνουµε ένα φράγµα και ύστερα από 10-15 χρόνια το δίκτυο», σηµειώνει. «Εχουµε υποδοµές αλλά δεν τις συντηρούµε. Τα συστήµατα άρδευσης είναι παλιά και πολλές φορές δεν συνεργάζονται σωστά και µεγάλες ποσότητες νερού σπαταλιούνται».

Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν, δυστυχώς, αλλά πλέον είναι αναγκαίο να µετράµε και να διαχειριζόµαστε το νερό σε κάθε περιοχή «ανάλογα µε τη διαθεσιµότητα σε µακρά κλίµακα, ανεξάρτητα την καλλιέργεια», καταλήγει ο κ. Σούλης.

kosmoslarissa.gr (από ρεπορτάζ της Καθημερινής)