Δύο ακόμα έργα προμηθειών στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας εντάσσονται στο ΕΣΠΑ 2014-2020 συνολικό με προϋπολογισμό 480.000 ευρώ.
Πρόκειται για τα έργα «Προμήθεια εξοπλισμού για τη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Π.Γ.Ν. Λάρισας» και «Προμήθεια και εγκατάσταση ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού για το Εργαστήριο Ακτινοδιαγνωστικής – Ιατρικής Απεικόνισης του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας» προϋπολογισμού 380.000 € και 100.000 € αντίστοιχα.
Η ανακοίνωση της Περιφέρειας Θεσσαλίας τονίζει τα εξής:
Εντάσσονται στο ΕΣΠΑ / Π.Ε.Π. Θεσσαλίας 2014-2020, και συγκεκριμένα στον Άξονα Προτεραιότητας 2.β «Υποδομές Στήριξης και Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού» τα έργα Προμήθεια εξοπλισμού για τη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Π.Γ.Ν. Λάρισας» και «Προμήθεια και εγκατάσταση ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού για το Εργαστήριο Ακτινοδιαγνωστικής – Ιατρικής Απεικόνισης του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας» προϋπολογισμού 380.000 € και 100.000 € αντίστοιχα, με Δικαιούχο το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας.
Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Ε.Π. Περιφέρειας Θεσσαλίας, υπογράφονται από τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Κωνσταντίνο Αγοραστό, οι αποφάσεις ένταξης των έργων στο Π.Ε.Π. Θεσσαλίας 2014 – 2020 με συγχρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ).
Το πρώτο έργο αφορά στην προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού για τη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) της Κλινικής Εντατικής Θεραπείας του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας. Πρόκειται να προμηθευτούν και να εγκατασταθούν ένας κεντρικός σταθμός με δέκα μόνιτορ παρακολούθησης ζωτικών λειτουργιών και ένας υπερηχοτομογράφος τρισδιάστατης απεικόνισης. Ο κεντρικός σταθμός με τα 10 μόνιτορ θα αντικαταστήσει αντίστοιχο πολύ παλαιάς τεχνολογίας που βρίσκεται σε μία εκ των δύο αιθουσών της ΜΕΘ και ουσιαστικά θα επαναφέρει τη ΜΕΘ στην πλήρη δυναμικότητά της. Αντίστοιχα, ο υπερηχοτομογράφος θα αντικαταστήσει παλαιότερης τεχνολογίας υπερηχοτομογράφο και θα προσδώσει νέες δυνατότητες στην παρακολούθηση των ασθενών.
Η Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Π.Γ.Ν. Λάρισας είναι δυναμικότητας 20 κλινών και κατά την έναρξη λειτουργίας της το 1998 διέθετε αρχικά 20 μονιτορ και δύο κεντρικούς σταθμούς. Από αυτά με την πάροδο των ετών αχρηστεύτηκαν τα 16 μονιτορ ενώ αυτή τη στιγμή υπολειτουργούν τα 4 συνδεδεμένα σε έναν κεντρικό σταθμό αντίστοιχης ηλικίας, που παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα στη λειτουργία του. Μέσω του ΕΣΠΑ 2007-2013 έγινε η προμήθεια ενός κεντρικού σταθμού με 10 μόνιτορ, ο οποίος κάλυψε 10 από τις 20 κλίνες της μονάδας. Σήμερα 6 κλίνες της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας δεν έχουν πλέον monitor και δεν είναι δυνατό να υποδεχθούν ασθενή, ενώ με την έλευση του χρόνου θα αχρηστευτούν πλήρως και τα υπόλοιπα 4 μόνιτορ μειώνοντας τη δυναμικότητα της μονάδας στο χαμηλότατο 50%. Επομένως η προμήθεια νέου κεντρικού σταθμού και 10 παρακλίνιων μόνιτορ θα επιλύσει σημαντικά προβλήματα που παρουσιάζονται στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Π.Γ.Ν. Λάρισας και θα βελτιώσει σημαντικά το εκτελούμενο έργο αλλά και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. Αντίστοιχα, ο νέος υπερηχοτομογράφος θα αντικαταστήσει τον υπάρχον που καθώς συμπληρώνει ήδη 10 χρόνια συνεχούς και εντατικής χρήσης, παρουσιάζει δυσλειτουργίες σε διάφορα προγράμματα και εφαρμογές. Με την αντικατάστασή του με μηχάνημα νέας τεχνολογίας, αναβαθμίζεται το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσω της αυξημένης διακριτικής ικανότητας και των σύγχρονων διαγνωστικών προγραμμάτων που θα διαθέτει.
Η προμήθεια του κεντρικού σταθμού με τα δέκα μόνιτορ και του υπερηχοτομογράφου θα οδηγήσει άμεσα στην επαναφορά της δυναμικότητας της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας της Κλινικής Εντατικής Θεραπείας στο επίπεδο των 20 κλινών, από τις 14 που βρίσκεται τη δεδομένη χρονική στιγμή και στη βελτίωση της ροής εργασίας της Κλινικής Εντατικής Θεραπείας, μέσω της χρήσης απεικονιστικού εξοπλισμού της πλέον σύγχρονης τεχνολογίας. Όσον αφορά στον ωφελούμενο πληθυσμό, αυτός είναι εν δυνάμει το σύνολο του πληθυσμού της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Η αύξηση της δυναμικότητας της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας θα παρέχει αυξημένο επιπέδο υπηρεσιών υγείας τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά και προβλέπεται να μειώσει τη μετακίνηση ασθενών στα νοσηλευτικά ιδρύματα των δύο μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας.
Το δεύτερο έργο αφορά στην αντικατάσταση ενός όρθιου ψηφιακού bucky που βρίσκεται εκτός λειτουργίας και ενός ψηφιοποιητή ακτινολογικών κασετών με δύο ασύρματους επίπεδους ψηφιακούς ανιχνευτές συνοδευόμενους από τους αντίστοιχους σταθμούς εργασίας. Με τα δύο αυτά μηχανήματα θα αναβαθμιστούν οι ικανότητες των δύο ακτινολογικών αιθουσών του Εργαστηρίου Ακτινοδιαγνωστικής - Ιατρικής απεικόνισης, οι οποίες εξυπηρετούν το σύνολο των κλινικών και τμημάτων του Νοσοκομείου.
Το Εργαστήριο Ακτινοδιαγνωστικής - Ιατρικής Απεικόνισης αποτελεί νευραλγικό παράγοντα στην καθημερινή λειτουργία του Νοσοκομείου. Η απρόσκοπτη δυνατότητα παροχής ακτινογραφιών είναι απαραίτητη για τη λειτουργία όλων των κλινικών και τμημάτων του Νοσοκομείου. Κάθε χρόνο πραγματοποιούνται 100.000 ακτινογραφίες, οι οποίες είτε αφορούν εξωτερικούς ασθενείς ή καλύπτουν τις ανάγκες των κλινικών και τμημάτων του Νοσοκομείου. Τη δεδομένη στιγμή το Εργαστήριο λειτουργεί με έναν ψηφιοποιητή ακτινολογικών κασετών καθώς το όρθιο bucky έχει τεθεί εκτός λειτουργίας λόγω ανεπανόρθωτης βλάβης και ο μοναδικός ψηφιοποιητής ακτινολογικών κασετών διεκπεραιώνει το σύνολο των ακτινογραφιών του Νοσοκομείου. Ως εκ τούτου έχει χειροτερέψει η ροή εργασίας στο εργαστήριο με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη αναμονή για την αποστολή των ακτινογραφιών στις κλινικές και τμήματα του Νοσοκομείου.
Με την υλοποίηση της πράξης θα υπάρξει αισθητή βελτίωση στην ροή εργασίας & παράλληλα θα αναβαθμισθούν σημαντικά οι παρεχόμενες υπηρεσίες λόγω της σύγχρονης τεχνολογίας των μηχανημάτων. Η προμήθεια των δύο ασύρματων επίπεδων ψηφιακών ανιχνευτών θα έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας στο σύνολο του πληθυσμού ευθύνης του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, που ως τριτοβάθμιο Νοσοκομείο καλύπτει την περιοχή της περιφέρειας Θεσσαλίας. Το άμεσο αποτέλεσμα είναι η κατακόρυφη βελτίωση της ροής εργασίας λόγω της σημαντικής μείωσης του χρόνου που απαιτείται για την ολοκλήρωση μιας ακτινογραφίας, που θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στη μείωση του χρόνου αναμονής των ασθενών.