«Η εγκληματικότητα είναι ένα φαινόμενο διαρκές αεικίνητο και μεταβαλλόμενο. Σίγουρα μια πολιτισμένη κοινωνία και ένα σύγχρονο ποινικό σύστημα δεν επιθυμεί η τιμωρία του εγκλήματος να οδηγεί στην εξόντωση, φυσική ή ηθική του δράστη. Η θεώρηση αυτή όμως της τιμωρίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας οδηγεί στην ατιμωρησία.
Όταν ο ποινικός έλεγχος αποτυγχάνει, όταν στο θύμα δημιουργείται η αίσθηση της αδικίας, η αίσθηση ότι δεν έχει απονεμηθεί δικαιοσύνη, υπάρχει ο κίνδυνος της αυτοδικίας, υπάρχει ο κίνδυνος οι πολίτες να παρακάμψουν την οδό της νομιμότητας και να πάρουν το νόμο στα χέρια τους. Ο Έλληνας είχε μάθει να σέβεται και να εμπιστεύεται την δικαιοσύνη. Εμείς αυτή την εμπιστοσύνη του πολίτη στην ποινική μας δικαιοσύνη θα την ανακτήσουμε».
Τα παραπάνω τόνισε στην ομιλία της επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για τις αλλαγές στον ποινικό κώδικα η βουλευτής Λάρισας της ΝΔ, δικηγόρος, κα Στέλλα Μπίζιου, μιλώντας στη Βουλή.
«Στις μέρες μας το έγκλημα δυστυχώς παρουσιάζεται πιο οργανωμένο, πιο σύνθετο, πιο βίαιο. Όλη η Ελλάδα συγκλονίστηκε από ένα βάναυσο, σαδιστικό έγκλημα, την υπόθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου, την υπόθεση με το βιτριόλι, και όλη η Ελλάδα αποδοκίμασε όταν διαπίστωσε ότι το πλαίσιο της επαπειλούμενης ποινής για τη βαριά σωματική βλάβη δεν ξεπερνούσε τα δέκα έτη.
Με τις εισαγόμενες διατάξεις, όχι μόνο αυξάνει το πλαίσιο της ποινής αλλά – κάτι που είναι εξίσου, αν όχι πιο σημαντικό από το ύψος της ποινής - η βαριά σωματική βλάβη γίνεται έγκλημα αποτελέσματος και όχι προθέσεως. Και όσοι είναι νομικοί αντιλαμβάνονται τη σημασία της διάκρισης. Δεν μπορεί πλέον κάποιος να επικαλείται ότι δεν ήξερε ή δεν προέβλεψε το αποτέλεσμα των πράξεων του και εξ αυτού να απολαμβάνει ευνοϊκής μεταχείρισης, ενώ το θύμα του καταδικάζεται σε ισόβιο πόνο και οδύνη», σημείωσε η κα Μπίζιου.
«Το καλοκαίρι που μας πέρασε βιώσαμε την καταστροφική μανία πολλών και πρωτοφανών σε διάρκεια και ένταση πυρκαγιών και μόνο χάρη στην έγκαιρη παρέμβαση των υπηρεσιών της πολιτείας δεν θρηνήσαμε θύματα. Έγκλημα ιδιαίτερης απαξίας, ειδεχθές, απάνθρωπο και επικίνδυνο είναι ο εμπρησμός. Το να τον αντιμετωπίζουμε ως πλημμέλημα είναι τουλάχιστον ασέβεια στη μνήμη των νεκρών.
Ο εμπρησμός απειλεί ζωές, απειλεί την οικονομία, καταστρέφει τον φυσικό μας πλούτο, απειλεί το μέλλον μας. Είναι πρόκληση να ισχυρίζεται κανείς ότι πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πλημμέλημα. Με τις δικές μας ρυθμίσεις ο εμπρησμός δασών τυποποιείται ως κακούργημα και μετατρέπεται από έγκλημα αποτελέσματος σε έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης. Με άλλα λόγια, για να τιμωρείται η πράξη δε χρειάζεται να επέλθει βλάβη, αλλά αρκεί να προκύψει ο κίνδυνος», επεσήμανε η Λαρισαία βουλευτής.
«Ένα πολύ κρίσιμο και ευαίσθητο κεφάλαιο που θίγει το παρόν νομοθέτημα είναι αυτό που αναφέρεται στα εγκλήματα κατά ανηλίκων. Η προστασία της ανηλικότητάς είναι μια συνταγματική υποχρέωση της πολιτείας με ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία. Οι συνέπειες που έχει το έγκλημα σε ένα παιδί είναι βαθιές και ανυπολόγιστες. Είναι συναισθηματικές, είναι βιολογικές, πνευματικές και ψυχικές και έχουν αντίκτυπο στο σύνολο της προσωπικότητας του.
Πιστεύω ακράδαντα ότι οι μεταρρυθμίσεις στα θέμα των εγκλημάτων κατά ανηλίκων διέπονται από βαθιά ενσυναίσθηση και κατανόηση των αναγκών του ανήλικου θύματος και αντανακλούν τις αρχές και τις αξίες της ελληνικής κοινωνίας, ενώ εναρμονίζονται πλήρως με τις ευρωπαϊκές συμβάσεις που ρυθμίζουν τα δικαιώματα προστασίας και αξιολόγησης των ανηλίκων.
Πολύ σημαντικό είναι ότι αλλάζει ο χρόνος έναρξης της παραγραφής των αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας ανηλίκων και ο τρόπος άσκησης ποινικής δίωξης, αναδιαμορφώνονται τα ηλικιακά όρια, αυστηροποιούνται οι ποινές και οι προϋποθέσεις για την απόλυση υπό όρο των καταδικασθέντων των εν λόγω αδικημάτων. Επιπλέον γίνεται κακούργημα η αιμομιξία και η αποπλάνηση ανηλίκου», υπογράμμισε η κα Μπίζιου.
«Ο Ποινικός Κώδικας πρέπει να χαρακτηρίζεται μεν από σταθερότητα, δεν μπορεί όμως να είναι στατικός και βαλτωμένος. Δεν μπορούμε χάριν της σταθερότητας να αγνοούμε τις όποιες αλλαγές συντελούνται γύρω μας. Οφείλουμε να παρατηρούμε και να μελετάμε τις μεταβολές, στην κοινωνία, στο έγκλημα, στην αντιμετώπισή του, δίνοντας πάντα τον πρώτο λόγο στην επιστήμη.
Όταν όμως νομοθετείς με βάση τον άνθρωπο, τις αρχές της αναλογικότητάς, του σεβασμού και της νομιμότητας δύσκολα κάνεις λάθος», κατέληξε στην ομιλία της η Λαρισαία βουλευτής.