Η προχθεσινή δυνατή βροχή στην Καλαµπάκα δεν είχε προβλεφθεί. Την ίδια στιγµή, τα µοντέλα έδειχναν πολύ µεγάλες ποσότητες βροχόπτωσης στο Πήλιο και στις Σποράδες, αλλά τελικά εκεί δεν εκδηλώθηκε κάποιο καιρικό φαινόµενο. Γιατί, παρά τη βελτίωση των µετεωρολογικών προγνώσεων, συνεχίζουν να υπάρχουν δυσκολίες στις µετρήσεις;
Κι ενώ νοµίζουµε πως έχουµε µάθει (σχεδόν) όλα τα µυστικά του καιρού και µπορούµε να προχωρήσουµε σε ασφαλείς προγνώσεις, έρχεται µια ξαφνική νεροποντή για να δείξει πως έχουµε πολλά ακόµη να µάθουµε!
Σύμφωνα με την Καθημερινή (Γιάννης Ελαφρός) μπορεί η γενική πρόγνωση του καιρού, ειδικά όσον αφορά τις θερµοκρασίες, να έχει διευρυνθεί σε χρονική έκταση και να έχει γίνει πολύ πιο συγκεκριµένη, αλλά στο πεδίο των κατακρηµνίσεων, της βροχόπτωσης και της καταιγίδας, υπάρχουν πολλά κενά και αβεβαιότητες. Το είδαµε και τις προηγούµενες ηµέρες, για µία ακόµη φορά, όταν έπεσαν γερές βροχές σε σηµεία που δεν είχαν προβλεφθεί από τους διάφορους φορείς. Τι τρέχει λοιπόν;
«Οταν έχουµε φαινόµενα τύπου “ψυχρής λίµνης” υπάρχει µεγάλη αστάθεια στην ατµόσφαιρα και είναι δύσκολο ακόµη και για τα καλύτερα µοντέλα να προβλέψουν το τι θα γίνει. Αυτό γίνεται ακόµη πιο δυσχερές όταν έχουµε χώρες µε έντονο ανάγλυφο, όπως η Ελλάδα. Σε αυτές τις καταστάσεις έχουν µεγάλη σηµασία οι αρχικές συνθήκες που θα βάλουµε στο µοντέλο για να πάρουµε την πρόγνωσή του», εξηγεί ο Σταύρος Ντάφης, µετεωρολόγος και συνεργάτης του meteo. gr και του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
«∆υστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουµε επαρκείς µετρήσεις. Γι’ αυτό βασιζόµαστε στην πληροφορία των δορυφόρων, που βεβαίως συνεισφέρουν, οπωσδήποτε έχουν εξελιχθεί, αλλά δεν είναι πανάκεια, δεν µπορούν να δώσουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία, ειδικά δεν µπορούν να δώσουν πληροφορίες για την κατάσταση κοντά στο έδαφος», συµπληρώνει.
Τι µπορούµε να κάνουµε για να πυκνώσουµε τα δεδοµένα µε τα οποία θα τροφοδοτήσουµε τα µοντέλα; Τα ραντάρ είναι ένα ουσιώδες εργαλείο, καθώς µπορούν να «συλλαµβάνουν» κύµατα κακοκαιρίας και καταιγίδες που κινούνται προς µια περιοχή και να προειδοποιούν µερικές ώρες νωρίτερα. Επιπλέον, µπορούν να µας δώσουν πληροφορία για ορισµένες παραµέτρους, όπως τις ποσότητες κατακρηµνισµάτων που βρίσκονται στην ατµόσφαιρα. «∆υστυχώς η Ελλάδα είναι µία από τις ελάχιστες χώρες στην Ε.Ε. που δεν αξιοποιεί ουσιαστικά την τεχνολογία τους. Σήµερα υπολειτουργούν µόλις δύο, χωρίς το αναγκαίο σέρβις και προσωπικό, από τα εφτά που αγοράστηκαν πριν από τους Ολυµπιακούς Αγώνες του 2004», λέει ο κ. Ντάφης.
Επίσης, δεν αξιοποιούνται επαρκώς οι ραδιοβολίσεις, δηλαδή οι εξειδικευµένες µετρήσεις καθ’ ύψος στην ατµόσφαιρα (ατµοσφαιρικής πίεσης, θερµοκρασίας, σχετικής υγρασίας, ταχύτητας και διεύθυνσης ανέµου), που πραγµατοποιεί η ραδιοβολίδα, µια συσκευή που προσδένεται στα µετεωρολογικά µπαλόνια που ανεβαίνουν ψηλά. «Υπάρχουν συσκευές σε Ελληνικό, Θεσσαλονίκη και Ηράκλειο, αλλά δεν χρησιµοποιούνται δύο φορές την ηµέρα, όπως συνιστάται, αλλά µία, για λόγους εξοικονόµησης», σχολιάζει ο κ. Ντάφης.
Ιδιαίτερη σηµασία έχει η πύκνωση των µετεωρολογικών σταθµών που µπορούν να δίνουν αξιόπιστες και όχι αποσπασµατικές πληροφορίες. «Πέρα από τους σταθµούς στο έδαφος χρειαζόµαστε και σταθµούς µε πλωτήρες στη θάλασσα, καθώς σε µια χώρα που περιβρέχεται από θάλασσα ο καιρός καθορίζεται πολύ από τις συνθήκες στο πέλαγος. Σήµερα έχουµε µόνο δύο πλωτούς σταθµούς του ΕΛΚΕΘΕ. Για παράδειγµα, εάν είχαµε πλωτό σταθµό στον Θερµαϊκό θα είχαµε πολύ καλύτερη εικόνα για τα καιρικά συστήµατα που σχηµατίζονται στην περιοχή και ξεσπούν είτε στη Θεσσαλία είτε στη Μακεδονία», τονίζει ο συνεργάτης του Αστεροσκοπείου. Η σύγχρονη προσέγγιση δίνει ιδιαίτερο βάρος στη συσχέτιση σε µετεωρολογικά µοντέλα δεδοµένων και µετρήσεων και από τη στεριά και από τη θάλασσα.
«Χρειαζόµαστε και µια συνολική προσπάθεια, µε συνεργασία όλων των επιστηµονικών φορέων και διάθεση ανθρώπων και πόρων, για τη διαµόρφωση ενός ελληνικού µοντέλου πρόγνωσης. Σήµερα όλοι οι φορείς παίρνουν υπόψη τους τα παγκόσµια µετεωρολογικά µοντέλα από Ευρώπη, ΗΠΑ κ.λπ., που είναι πολύ ανεπτυγµένα κι εντάσσουν αυτά τα δεδοµένα σε ένα περιοχικό µοντέλο. Εδώ θέλουµε περισσότερα στοιχεία. ∆εν έχουµε διαµορφώσει ένα ελληνικό µοντέλο προσαρµοσµένο στη χώρα µας», σηµειώνει ο κ. Ντάφης.
Το εάν θα εκδηλωθεί βροχή ή όχι, πότε και πού ακριβώς, έχει ακόµη µεγάλο ποσοστό απροσδιοριστίας. Στο πεδίο αυτό εξελίσσονται ερευνητικά προγράµµατα για την κατανόηση των φυσικών διεργασιών των νεφών, µε πρωτοπόρα συµβολή και Ελλήνων επιστηµόνων, όπως το πείραµα Calishto στον Χελµό από την ελληνική υποδοµή «Πανάκεια».

Λ.Ε. kosmoslarissa.gr (με στοιχεία από Καθημερινή)