Το ΔΣ του Φαρμακευτικού Συλλόγου Λάρισας εκφράζει την έντονη αντίθεσή του στις πρόσφατες κινήσεις του Υπουργείου Υγείας που αφορούν στην εκ νέου απελευθέρωση των εξαγωγών φαρμάκων. Φάρμακα τα οποία δεν είναι σε επάρκεια στην ελληνική αγορά, θα επανεξάγονται σε χώρες του ευρωπαϊκού βορρά, όπου η τιμή τους είναι υψηλότερη, όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα από τον ΕΟΦ.
Η παράλληλη δημιουργία σχετικής πλατφόρμας παρακολούθησης των ελλείψεων, δεν πρόκειται να δώσει λύση στο πρόβλημα. όπως ευαγγελίζεται το Υπουργείο, αλλά αντίθετα, αποτελεί κίνηση αντιπερισπασμού στην προκειμένη περίπτωση, ώστε να μετριαστούν οι αντιδράσεις ασθενών, φαρμακοποιών και ιατρών για τα τεράστια προβλήματα που αναμένεται να προκύψουν το προσεχές διάστημα.
Η άρση των απαγορεύσεων στις εξαγωγές φαρμάκων αποτελεί μια πολιτική κίνηση της κυβέρνησης, η οποία λαμβάνει με τον τρόπο αυτό ξεκάθαρη θέση στο πλευρό των εμπόρων του φαρμάκου και ενάντια στους ασθενείς και στην ποιότητα των υπηρεσιών υγείας, η βελτίωση των οποίων θα έπρεπε να αποτελεί στόχο.
Επίσης, το ΔΣ του Συλλόγου μας θέλει με την ανακοίνωση αυτή να κάνει γνωστή την αντίθεσή του στη διενέργεια οποιονδήποτε εμβολιασμών, ειδικά δε των εμβολιασμών έναντι της COVID, στα φαρμακεία μας, με αμοιβή που θα καταβάλλει στο φαρμακοποιό ο ασθενής. Διεκδικούμε να αποζημιώνονται οι υπηρεσίες που παρέχουν τα φαρμακεία, ειδικά οι βαρύνουσας σημασίας που σχετίζονται με την πρόληψη ασθενειών, από τα ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία έχουν υποχρέωση να λειτουργούν προς όφελος του ασφαλισμένου. Ο εμβολιασμός έναντι της COVID υποτίθεται είναι ενταγμένος στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών, τους οποίους η Πολιτεία οφείλει να παρέχει στους πολίτες δωρεάν.
Δηλώνουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων μας, θα προβούμε σε όλες τις απαραίτητες δράσεις, προκειμένου να αντιταχθούμε στην εφαρμογή αυτών ή άλλων πολιτικών, που οδηγούν σε ακόμη μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση του υπέρτατου αγαθού της υγείας, στον κανιβαλισμό που επιχειρείται να δημιουργηθεί μεταξύ των μικρών που δραστηριοποιούνται στο χώρο της υγείας, στην παράλληλη εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων και στην τελική υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας προς τους πολίτες.