Η Θεματική Επιτροπή Αγροτικής Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Λάρισας επισημαίνει τα εξής:
“Διαβάζοντας και μελετώντας την προκήρυξη για τα πολύ αναμενόμενα νέα σχέδια βελτίωσης, αμέσως καταλάβαμε ότι επρόκειτο για μία ακόμη «πετυχημένη» κίνηση τουΥπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αλλά και της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Αρχικά, βλέποντας τα μόρια που δίνονται ανάλογα με το οικονομικό μέγεθος της εκμετάλλευσης, αμέσως διαπιστώνει κάποιος πως τα νέα σχέδια αυτής της «απίστευτης» διοίκησης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης είναι σχεδιασμένα για λίγους.
Συνεχίζοντας, βλέπουμε πως, για πρώτη φορά στην ιστορία των σχεδίων βελτίωσης,στο κριτήριο της δυναμικής του υποψηφίου οι «αστέρες» του Υπουργού δεν πριμοδοτούν τους νέους αγρότες, οι οποίοι πάντα έχουν και πρέπει να έχουν προτεραιότητα καθώς είναι στο ξεκίνημα της αγροτικής τους ενασχόλησης, αλλά τους εξισορροπούν με όλους τους υπόλοιπους υποψήφιους.
Επίσης, για άλλη μία φορά δε δίνουν καμία προτεραιότητα στους πολύπαθους επιλαχόντες του προγράμματος νέων αγροτών, είτε προέρχονται από αυτούς του 2018 είτε από αυτούς του τελευταίου προγράμματος του 2021, αθετώντας και πάλι την υπόσχεση που είχαν δώσει ότι στα σχέδια βελτίωσης θα χρήσουν μιας άλλης αντιμετώπισης.
Ακόμη ένα σημείο που πρέπει να σταθούμε είναι αυτό στο οποίο πριμοδοτείται ο υποψήφιος ανάλογα με την τεκμηριωμένη ικανότητα κάλυψης του αιτούμενου προϋπολογισμού κατά την υποβολή της αίτησης στήριξης. Το ποσοστό αρχίζει από το 20% φτάνοντας προοδευτικά μέχρι και 50%.
Αν και αυτό υπήρχε και στα προηγούμενα σχέδια σε αυτήν την προκήρυξη παρατηρούμε πως για ακόμη μία φορά τα μόρια δίνονται στους πιο δυνατούς οικονομικά, δηλαδή στους ψηφοφόρους της κυβέρνησης από τα ανώτερα οικονομικά στρώματα που έχουν τη δυνατότητα να διαθέτουν χρήματα άμεσα για υλοποίηση επένδυσης, αποκλείοντας έτσι τους ανθρώπους που επέλεξαν ν’ ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα αλλά δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια αυτή.
Επίσης, σε αυτές τις δύσκολες οικονομικά εποχές που ζούμε δεν είναι δυνατόν να μην επιτρέπεται σε υποψηφίους, που έχουν ρύθμιση είτε σε εφορία είτε σε ασφαλιστικό φορέα και τη διατηρούν, να καταθέσουν αίτηση για σχέδιο βελτίωσης και να το υλοποιήσουν.
Δηλαδή, σύμφωνα με το συλλογισμό αυτών των «λαμπρών» στελεχών του Υπουργείου, όσοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν εφάπαξ τις υποχρεώσεις τους απέναντι στην εφορία ή στον ασφαλιστικό φορέα δε δικαιούνται είτε να αποκτήσουν νέο και σύγχρονο εξοπλισμό είτε να ανανεώσουν τον υφιστάμενο ώστε να παράξουν καλύτερα και ποιοτικότερα προϊόντα. Δυστυχώς, ακόμη μία φορά οι «άριστοι» που σχεδίασαν τα νέα σχέδια βελτίωσης ζουν σε ένα δικό τους κόσμο αλλά και σε μία γυάλα.
Επιπλέον, θεωρείται απαράδεκτο να ζητείται από τους νέους υποψήφιους να έχουν συνάψει σύμβαση με πιστοποιητικό οργανισμό από τον Δεκέμβριο του 2021 ώστε να λάβουν τα επιπλέον 6 μόρια της Βιολογικής γεωργίας για ένα πρόγραμμα που τρέχει τον Μάρτιο του 2023!
Ακόμη, με έκπληξη είδαμε, πως σε αυτά τα σχέδια υπάρχουν οι επενδύσεις σε ΑΠΕ. Και λέμε με έκπληξη διότι, σ’ ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα που δίνει η προθεσμία για την κατάθεση της αίτησης των σχεδίων βελτίωσης, δεν είναι δυνατόν να δοθούν όροι σύνδεσης από τον ΔΕΔΔΗΕ, αλλά και ούτε να γίνουν οι απαιτούμενες αναβαθμίσεις στο δίκτυο αυτού, ούτως ώστε να βρεθεί χώρος γι’ αυτές τις νέες συνδέσεις.
Βέβαια, δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν ήταν αναμενόμενο, καθώς έτσι επιβεβαιώνονται οι πελατειακές σχέσεις της Νέας Δημοκρατίας αλλά και η «εξόφληση γραμματίων» ενόψει των επερχόμενων εθνικών εκλογών προς τους γνωστούς, οι οποίοι επισκέπτονταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, εντός της τετραετίας, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και συμμετείχαν σε όλες τις συσκέψεις προετοιμάζοντας το έδαφος για τα δικά τους και μόνο έργα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Τέλος, διαπιστώνουμε πως τα κονδύλια είναι πάρα πολύ λίγα καθώς η προτεραιότητα δίνεται μόνο στους κτηνοτρόφους, οπότε αυτά που απομένουν για την καθαρή γεωργία είναι μηδαμινά, οδηγώντας έτσι σε διχασμό μεταξύ των κλάδων του πρωτογενούς τομέα.
Υ.Γ.: Όπως και η Νέα ΚΑΠ, έτσι και τα σχέδια βελτίωσης, έπεσαν, δυστυχώς, στα χέρια μιας φιλελεύθερης κυβέρνησης των λίγων και των αρίστων, οι οποίοι δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματική εικόνα και τις ανάγκες του πρωτογενούς τομέα.”