Για πολλούς είναι ένα από τα πιο όμορφα πουλιά που μπορεί να συναντήσει κανείς στην ελληνική φύση. Όμως το χαριτωμένο, καρδιόσχημο πρόσωπό της δεν αρκούσε για να την απαλλάξει από τη βαριά προκατάληψη των ανθρώπων. Τα τελευταία χρόνια, χάρη στις προσπάθειες πολλών επιστημόνων, η τυτώ μάς ξανασυστήνεται, αυτή τη φορά ως «ο φίλος του αγρότη», εξαιτίας... του αυστηρού της διαιτολογίου.
Η τυτώ (ή πεπλόγλαυκα) δεν θεωρείται απειλούμενο είδος στη χώρα μας. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η εξάπλωσή της περιορίζεται συνεχώς. Ο Βασίλης Μποντζώρλος, διδάκτωρ οικολογίας και άγριας πανίδας, έχει αφιερώσει την επιστημονική αλλά και την... πραγματική του ζωή για να αποκαταστήσει τη φήμη αυτού του πανέμορφου, πλην παρεξηγημένου είδους.
«Είναι ένα είδος ανθρωπόφιλο, άμεσα συνδεδεμένο με την ανθρώπινη παρουσία, το οποίο φωλιάζει σε παλιά, εγκαταλελειμμένα σπίτια και αποθήκες. Η προκατάληψη που υπάρχει απέναντί της οφείλεται στον συριγμό που βγάζει όταν αμύνεται και είναι... σχεδόν απόκοσμος. Επειδή λοιπόν παλιά έμενε και σε σοφίτες και στις στέγες σπιτιών που κατοικούνταν, υπήρχαν πολλές δεισιδαιμονίες, πως όταν ακούγεται, κάποιος θα πεθάνει και την έλεγαν χαροπούλι ή κλαψοπούλι».
Οι δεισιδαιμονίες των ανθρώπων, όμως, δεν είναι το κύριο πρόβλημά της. «Η τυτώ δεν φτιάχνει δικές της φωλιές, εγκαθίσταται σε σπίτια και σε ανθρώπινες κατασκευές σε αγροτικές περιοχές, όπως σιλό, αχυρώνες, στάβλους. Όσο τα κτίρια αυτά μειώνονται, επειδή λ.χ. καταρρέουν, τόσο η τυτώ απομακρύνεται από μια περιοχή. Με αποτέλεσμα, σε μεγάλες αγροτικές περιοχές της χώρας μας, όπως ο θεσσαλικός κάμπος, να τη συναντάς σε ολοένα και μικρότερους αριθμούς».
Οι 40 φωλιές στη Θεσσαλία
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του ο κ. Μποντζώρλος έμαθε για ένα πολύ επιτυχημένο πρόγραμμα που πραγματοποιείται εδώ και χρόνια στο Ισραήλ και στην Ιορδανία για την επιστροφή του είδους στις αγροτικές περιοχές, ως μέσο περιορισμού των ποντικιών. Αποφάσισε λοιπόν να δοκιμάσει να το εφαρμόσει στη χώρα μας. Από το 2015 έως το 2018, με χρηματοδότηση από διάφορες πηγές (ΕΛΓΟ Δήμητρα, ΜΚΟ «Πελαργός» κ.ά.), κατάφερε σταδιακά να κατασκευάσει και να τοποθετήσει σε τοίχους σπιτιών ή αποθηκών 120 «τεχνητούς κλωβούς φωλεοποίησης», μικρά σπιτάκια για την τυτώ στον άξονα Λάρισας-Βόλου.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. «Μόλις μέσα σε ένα έτος, από τις πρώτες 40 φωλιές χρησιμοποιήθηκαν οι 30», εξηγεί. Παράλληλα, έπρεπε να απευθυνθεί στους αγρότες όχι μόνο για να ζητήσει την άδειά τους, αλλά και για να τους εξηγήσει τη σημασία της τυτούς για τα χωράφια τους.
«Στο εξωτερικό τη λένε, όχι άδικα, “φίλο του αγρότη”. Η τυτώ είναι νυκτόβιο αρπακτικό, ένας δυναμικός και ιδιαίτερα αποτελεσματικός κυνηγός, με λεία σχεδόν αποκλειστικά τα τρωκτικά. Τα αυτιά της είναι τοποθετημένα σε διαφορετικό ύψος από την κάθε πλευρά του κεφαλιού της, ώστε να μπορεί να εντοπίζει όλα τα ηχητικά ερεθίσματα δημιουργώντας μια “τρισδιάστατη” απεικόνιση για το σημείο προέλευσής τους. Ακόμα και σε απόλυτο σκοτάδι, μπορεί να εφορμήσει και να εντοπίσει με απόλυτη ακρίβεια τη λεία της, “σαρώνοντας” μια απόσταση 2-3 χιλιομέτρων γύρω από τη φωλιά της», λέει ο κ. Μποντζώρλος.
«Οι αγρότες δεν τη γνωρίζουν. Με ρωτούν τι τρώει, αν πειράζει τις κότες (που δεν τις πειράζει) ή άλλα οικόσιτα ζώα... Μόλις μάθουν περισσότερα, η αντίδρασή τους είναι πάντα θετική. Κι έτσι η τυτώ λειτουργεί ως διπλός “πρεσβευτής”. Συνδέει τις αγροτικές πρακτικές με την ανάγκη προστασίας της βιοποικιλότητας και ταυτόχρονα, ως θηρευτής των τρωκτικών, προστατεύει τη σοδειά. Μάλιστα, με δεδομένο ότι το κράτος δεν αποζημιώνει για καταστροφή σοδειάς από τρωκτικά, η εξάπλωση της τυτούς αποκτά και μια οικονομικά επωφελή διάσταση για τον αγρότη. Άρα το μόνο που πρέπει να καταπολεμήσουμε είναι η άγνοια».
Η τυτώ στη Μέση Ανατολή
Το 1982 ο Yossi Leshem, καθηγητής στο τμήμα Ζωολογίας του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ, είχε έρθει αντιμέτωπος με δύο προβλήματα: τις μεγάλες καταστροφές των αγροτικών καλλιεργειών από τους τεράστιους πληθυσμούς τρωκτικών και τη σταδιακή εξόντωση των αρπακτικών, λόγω της αλόγιστης χρήσης τρωκτικοκτόνων. Δύο χρόνια αργότερα, τοποθέτησε στο kibbutz του αγρότη Shaul Aviel στην κοιλάδα Beit Shean τους πρώτους 14 τεχνητούς κλωβούς για την τυτώ. Μέσα σε 30 χρόνια, η πρωτοβουλία αυτή εξελίχθηκε σε εθνικό πρόγραμμα για το Ισραήλ, που χρησιμοποίησε την τυτώ ως φυσικό ρυθμιστή των πληθυσμών των τρωκτικών με ένα δίκτυο από 4.000 τεχνητές φωλιές.
Στις αρχές του 2000, αποδείχθηκε με την εφαρμογή πομπών GPS σε πουλιά ότι πολλές από τις κουκουβάγιες που φώλιαζαν στο Ισραήλ μετακινούνταν και ζευγάρωναν στην πλευρά της Ιορδανίας. Σταδιακά ξεκίνησε ένας επιστημονικός διάλογος που οδήγησε σε συνεργασία με την Ιορδανία και μετέτρεψε την τυτώ σε όχημα προσέγγισης των δύο λαών. Το πρόγραμμα συνεχίζεται ακόμα και σήμερα, με τη συμμετοχή του δρος Alexandre Roulin, ειδικού από το Πανεπιστήμιο της Λωζάνης, και πρόσφατα το περιοδικό Nature αφιέρωσε το εξώφυλλό του στο φιλόδοξο project.
Γιώργος Λιάλιος (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)