Ο Στέφανος Πούτας είναι καθηγητής τα απογεύµατα σε ένα φροντιστήριο στην Ελασσόνα, και παρά το γεγονός ότι δεν είχε, µέχρι πριν από δέκα χρόνια τουλάχιστον, κανένα αγροτικό υπόβαθρο, αφιερώνει τα πρωινά του στα 35 στρέµµατα γεµάτα µε 2.000 ροδιές.
«Με ίδια κεφάλαια, αγόρασα πριν από δέκα χρόνια γη από το µηδέν για να ξεκινήσω την καλλιέργεια ροδιού» αφηγείται στην Agrenda ο φυσικός, εξηγώντας πως «δεν κατάγοµαι από αγροτική οικογένεια, ο λόγος που το ξεκίνησα αυτό ήταν µια έλξη για το ρόδι».
Τα τελευταία τρία χρόνια µπήκε στο χώρο της µεταποίησης, ενώ στην αρχή πουλούσε την παραγωγή του για επιτραπέζια κατανάλωση σε χονδρεµπόρους.
«Στην πορεία σκέφτηκα ότι µπορώ να κάνω και κάποια µεταποιηµένα προϊόντα, όµως η λογική πίσω από αυτό δεν ήταν τα κέρδη, αλλά η ανάγκη. Υπάρχει µια αγορά που ζητάει µεταποιηµένα προϊόντα ροδιού, άρα υπάρχουν ανάγκες που πρέπει να καλύψουµε. Έρχονταν πελάτες που ψώνιζαν τα ρόδια και ζητούσαν άλλα πράγµατα, που θα είναι πιο φιλικά προς τον καταναλωτή».
Σήµερα οι πελάτες του βρίσκονται διασκορπισµένοι στην Ελλάδα και την Ευρώπη σε χώρες όπως η Γερµανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ρουµανία η Βουλγαρία αλλά και το Ντουµπάι. Ο µεγαλύτερος όγκος της παραγωγής ταξιδεύει στην Γερµανία, ενώ η δεύτερη µεγαλύτερη αγορά για τον κ. Πούτα είναι η Αθήνα.
Οι επαφές µε τους πελάτες του έγινε µέσω της έκθεσης Foodexpo, όπως ανέφερε, στην οποία συµµετείχε τα τελευταία τρία χρόνια.
Το προσωπικό που απασχολεί ο κ. Πούτας είναι εποχικό, ανάλογα µε τις ανάγκες της δουλειάς, ενώ όταν η ζήτηση ξεπερνά τις δυνατότητες της δικής του παραγωγής, απευθύνεται σε συναδέλφους του, παραγωγούς βιολογικών από την Ελασσόνα.
Δεν μπήκα μέσα για να γίνω πλούσιος, είναι μια δουλειά για να ζει κάποιος
Όταν έκανε τα πρώτα του βήµατα στην πρωτογενή παραγωγή, ο κ. Πούτας δεν σκεφτόταν απαραίτητα το µέλλον. Το ίδιο ισχύει και σήµερα.
«Το µέλλον θα φέρει αυτό τα πράγµατα, δεν υπολόγιζα ότι θα ασχοληθώ ποτέ µε το εµπόριο και την µεταποίηση. Το ίδιο ισχύει και σήµερα, αν στο µέλλον χρειαστεί να βάλουµε περισσότερα δέντρα θα τα βάλουµε, αν χρειαστεί να κάνουµε ένα κατάστηµα θα το κάνουµε. Το σηµαντικό είναι οι πελάτες µας να µείνουν ικανοποιηµένοι και να τους κρατήσουµε», ανέφερε χαρακτηριστικά τονίζοντας πως την δουλειά αυτή δεν την ξεκίνησε για να γίνει πλούσιος, αλλά γιατί είχε µεράκι για δουλειά. Ούτε όµως έκανε την δουλειά για επιδοτήσεις υποστήριξε στη συνέχεια.
«Έκανα τη δουλειά για να αποδίδει ως δουλειά, για να φτιάχνω το προϊόν, όχι για να παίρνω επιδοτήσεις», υποστήριξε εξηγώντας πως έτσι και αλλιώς δεν ήταν επιλέξιµος για κάποιο πρόγραµµα επιδοτήσεων, ούτε όµως κατάφερε να δανειστεί από κάποια τράπεζα, αφού «εν µέσω κρίσης, δεν είναι εύκολο πράγµα να δανειστεί κανείς. Το τραπεζικό σύστηµα δεν δίνει ούτε σε αυτούς που µπορούν και παράγουν πλέον», όπως είπε.
Ανατρέχοντας στις δυσκολίες που αντιµετώπισε όλα αυτά τα χρόνια, ο κ Πούτας ξεχώρισε αφενός τον καιρό, «ο οποίος δεν ελέγχεται, οπότε σε µια ξεσκέπαστη δουλειά, όπως αυτή, είναι µια δυσκολία από µόνος του», και αφετέρου την δύσκολη αγορά της Ελλάδας.
Οι απαιτητικοί καταναλωτές ωστόσο δεν είναι αυτοί που περιπλέκουν την κατάσταση τόσο, αλλά οι µεσάζοντες, σύµφωνα µε τον παραγωγό-καθηγητή. «Οι µεσάζοντες έχουν µεγάλα κέρδη µε αποτέλεσµα τα προϊόντα να φτάνουν στον τελικό καταναλωτή ακριβά, χωρίς να είναι ο πρωτογενής τοµέας ο αποδέκτης των χρηµάτων, ούτε όµως η µεταποίηση» υποστήριξε, για να τονίσει πως «η υπεραξία του προϊόντος µένει στα χέρια των χονδρεµπόρων».
agronews.gr