Άρθρο του Βασίλη Κόκκαλη, δικηγόρου, βουλευτή Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία
Η παρατεταμένη οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας επέφερε ισχυρό πλήγμα στην ελληνική οικονομία, κοινωνία και νοικοκυριά.
Ύστερα από μακρά και συνεχιζόμενη θυσία του ελληνικού λαού, η κρίση αυτή φάνηκε να οδεύει στο τέλος της λόγω της καθοριστικής διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που παρά το μνημονιακό πλαίσιο, που διακυβέρνησε τα πρώτα έτη, κατόρθωσε να κάνει εμφανές το προοδευτικό και κοινωνικό πρόσημο της πολιτικής του, το οποίο δεν άργησε να αντανακλά στην κοινωνία και στα νοικοκυριά.
Η παρούσα διακυβέρνηση εξαρχής έδειξε την πολιτική τάση μεροληπτικής και ταξικής διακυβέρνησης, την οποία αντί να αμβλύνει και να μετριάσει εξαιτίας της εμφάνισης και διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης, αντιθέτως όξυνε, χρησιμοποιώντας την πανδημία ως μέσο άσκησης της βαθειά αντικοινωνικής πολιτικής της.
Δυστυχώς, πέραν της ταξικής και τοξικής πολιτικής της κυβέρνησης στον τομέα της υγειονομικής διαχείρισης, και των «εμφυλιοπολεμικών» τάσεων που εμπεδώνει στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας, και στον οικονομικό τομέα, έχει ήδη εδραιωθεί μια δυσοίωνη οικονομική κατάσταση, καθώς αποτυπώνεται πλέον με σαφήνεια η οικονομική δυσπραγία των ελληνικών νοικοκυριών αλλά και η εκτόξευση του κόστους διαβίωσης.
Οι αυξήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο σε μια σειρά προϊόντα και υπηρεσίες, που αφορούν πρώτες ύλες (σιτηρά, μέταλλο, αλουμίνιο κ.α), την τιμή του πετρελαίου και κατ’ επέκταση τις μεταφορές, αλλά και το ύψος των ναύλων, έχουν επηρεάσει τις τιμές σε μια σειρά προϊόντων και εντός της ελληνικής επικράτειας.
Οι μετρήσεις του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) σημειώνουν αύξηση τιμών σε γαλακτοκομικά είδη, αυγά, λαχανικά κλπ, που κατά περίπτωση φτάνει ακόμα και το 12%, με αποτέλεσμα πολλές οικογένειες να μην μπορούν να ανταποκριθούν και να στερούνται από το οικογενειακό τραπέζι βασικά αγαθά με υψηλή διατροφική αξία.
Αντίστοιχες αυξήσεις παρατηρούνται και στα αγροτικά & κτηνοτροφικά προϊόντα. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Απρίλιο 2021, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών στη Γεωργία – Κτηνοτροφία, παρουσίασε αύξηση 4,8% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2020.
Κατά την ΕΛΣΤΑΤ, αυτή η αύξηση του Γενικού Δείκτη Τιμών Εισροών, οφείλεται στην αύξηση κατά 5,6% του δείκτη τιμών των αναλώσιμων μέσων και κυρίως στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου και των λιπαντικών (αύξηση 14%).
Ιδιαίτερα σημαντικές αυξήσεις αναλώσιμων μέσων καταγράφονται όμως τον μήνα Απρίλιο και στα κτηνιατρικά φάρμακα και τις ζωοτροφές (αυξήσεις 5,1% και 4,2% αντίστοιχα συγκριτικά με τον Απρίλιο του 2020). Ως εκ τούτου, ολόκληρη η αλυσίδα της γεωργικής παραγωγής έχει ακριβύνει, επιβαρύνοντας τόσο τους γεωργοκτηνοτρόφους όσο βεβαίως και τον τελικό καταναλωτή.
Εκτός της ανατίμησης των προιόντων και βασικών αγαθών ευρείας κατανάλωσης δεν θα μπορούσε να μείνει το αγαθό του ηλεκτρικού ρεύματος, για το οποίο την πρώτη ημέρα του Ιουλίου 2021 η Ελλάδα παρουσίασε την υψηλότερη χονδρική τιμή ρεύματος πανευρωπαϊκά, δηλαδή 105,42 ευρώ/MWh. Είχε προηγηθεί, στις 24 Ιουνίου, το ρεκόρ των 128,15 ευρώ/MWh στη μέση τιμή εκκαθάρισης, στον πρώτο καύσωνα για το καλοκαίρι του 2021.
Δυστυχώς ούτε εδώ πρόκειται για κάποιο συγκυριακό φαινόμενο, αλλά για ένα αποτέλεσμα σοβαρών ρυθμιστικών ελλειμμάτων στη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί χωρίς έλεγχο, με χειραγώγηση των τιμών και ολιγοπωλιακούς όρους, με ξεκάθαρη πλέον ανοχή και ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και της Κυβέρνησης.
Από όλα τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι οι αυξήσεις που παρατηρούνται, εάν άμεσα η Κυβέρνηση δεν προβεί σε ενέργειες προκειμένου να ελεγχθούν οι αυξήσεις τιμών σε είδη πρώτης ανάγκης, σε πρώτες ύλες, σε αγροτικά & κτηνοτροφικά προϊόντα και στην ενέργεια, να αποφευχθούν φαινόμενα αισχροκέρδειας που πιθανόν να προκληθούν από τις αυξήσεις τιμών που παρατηρούνται στους παραπάνω τομείς, τότε θα έχουμε οδηγηθεί σε προφανή αδυναμία πρόσβασης των ελληνικών νοικοκυριών σε τρόφιμα και σε είδη πρώτης ανάγκης.
Μεγάλο τμήμα των συμπολιτών μας, δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις άμεσες καταναλωτικές τους ανάγκες, καθώς το σύνολο των αγαθών αυτών ανήκουν στο σκληρό πυρήνα των ονομαζόμενων «βασικών αγαθών» και ως εκ τούτου είναι απολύτως απαραίτητα για την αξιοπρεπή διαβίωση του καθενός/μιας από εμάς.
Η αύξηση του κόστους διαβίωσης οδηγεί ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού στο περιθώριο και την εξαθλίωση, τη στιγμή που πάνω από τους μισούς συμπολίτες μας δηλώνουν «οικονομικά ευάλωτοι». Απαιτείται επομένως η άμεση αντίδραση της Κυβέρνησης με μακρόπνοο σχεδιασμό και στρατηγική
προκειμένου να μην περιθωριοποιηθεί -με αμετάκλητο πλέον τρόπο- μια μεγάλη και δυναμική μερίδα της κοινωνίας μας.
Απαιτείται στροφή της πολιτικής προς την κοινωνία. Απαιτείται προοδευτική πολιτική με επίκεντρο τον άνθρωπο, το νοικοκυριό, την οικογένεια, διότι εάν αφήσουμε τον πυρήνα, την ευρεία βάση της κοινωνίας μας να εξοντωθεί, τότε πολιτικές όπως επιχειρηματικότητα, επενδύσεις, ανάπτυξη, θα είναι κενό γράμμα.