Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου*
Η βιωσιμότητα και η άνθιση των σύγχρονων οικονομιών, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επένδυση στην περιφερειακή ανάπτυξη. Η αειφόρος ανάπτυξη σχετίζεται όλο και περισσότερο με τη δυνατότητα των περιφερειακών οικονομιών να καινοτομούν και να μετασχηματίζονται, σ’ ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Αυτό σημαίνει ότι οι εθνικές οικονομίες οφείλουν να ενθαρρύνουν την καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, σε περιφερειακό επίπεδο. Οφείλουν να επενδύουν στην περιφερειακή ανάπτυξη. Ειδικά για τη χειμαζόμενη, από την κρίση, ελληνική οικονομία, η επένδυση στην περιφερειακή ανάπτυξη και την ψηφιακή καινοτομία αποτελεί μονόδρομο.
Η ενίσχυση της Ελληνικής περιφέρειας αποτελεί το όχημα για την αειφορία και την ανάπτυξη της οικονομίας μας, για την προκοπή και την ευημερία της πατρίδας μας.
Η επένδυση στην ψηφιακή καινοτομία και στις Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (ΤΠΕ), για να οδηγήσει στην ανάπτυξη και για να έχει νόημα, οφείλει να είναι στοχευμένη στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε περιοχής και την εξυπηρέτηση των αναγκών των πολιτών της.
Και αυτό το καταθέτω με πλήρη επίγνωση, καθώς η πορεία μου στην πολιτική ξεκίνησε από την Ελληνική περιφέρεια, και συγκεκριμένα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση της ιδιαίτερης πατρίδας μου, την οποία, στη συνέχεια, είχα την τιμή να εκπροσωπήσω στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Η αξιοποίηση των καινοτόμων εφαρμογών των ΤΠΕ και η προσαρμογή τους στις τοπικές ανάγκες της Ελληνικής περιφέρειας, με προτεραιότητα την παροχή υψηλής και εξειδικευμένης ψηφιακής κατάρτισης στο ανθρώπινο δυναμικό της, αποτέλεσαν τον βασικό άξονα για να διαμορφωθεί το πολιτικό μας πρόγραμμα, στον Τομέα της Ψηφιακής Πολιτικής, του οποίου είμαι επικεφαλής.
Η περιφερειακή ανάπτυξη, εδώ και χρόνια, αποτελεί την κύρια επενδυτική πολιτική της ΕΕ, στα πλαίσια της οποίας αναπτύσσονται στοχευμένες δράσεις και γίνονται επενδύσεις στρατηγικού χαρακτήρα, για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης των περιφερειών, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων τους, με έμφαση στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες.
Η Ευρωπαϊκή περιφερειακή πολιτική παρέχει το απαραίτητο επενδυτικό πλαίσιο, με την αξιοποίηση των καινοτόμων εφαρμογών των ΤΠΕ, να αποτελεί προτεραιότητα με μεγάλες χρηματοδοτικές δυνατότητες. Η ανάπτυξη των ΤΠΕ είναι ζωτικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης στη σημερινή ψηφιακή παγκόσμια οικονομία (1).
Η βελτίωση της πρόσβασης, της χρήσης και της ποιότητας των ΤΠΕ είναι ένας από τους 11 θεματικούς στόχους της Πολιτικής Συνοχής της ΕΕ για το 2014-2020, με προτεραιότητα την επέκταση των ευρυζωνικών συνδέσεων και την ανάπτυξη δικτύων υψηλών ταχυτήτων, την ενίσχυση των εφαρμογών ΤΠΕ στους τομείς της διακυβέρνησης, της εκπαίδευσης, του πολιτισμού, της υγείας και της οικονομίας.
Τα μέτρα για την ανάπτυξη και τη βελτίωση των ΤΠΕ, σε περιφερειακό επίπεδο, συμπεριλαμβάνονται επίσης σε πολλές στρατηγικές «Έξυπνης εξειδίκευσης» (Smart Specialization Strategy), με κρίσιμο σημείο τη μετάβαση από την παραδοσιακή προσέγγιση των ΤΠΕ, στην ανάπτυξη ενός εκτεταμένου τοπικού/περιφερειακού/εθνικού «ψηφιακού θεματολογίου» (digital agenda), που επιτρέπει στις περιφέρειες να προσδιορίσουν τις προτεραιότητές τους σε επενδύσεις ΤΠΕ που αρμόζουν για την περιοχή τους.
Η μετάβαση στην αντίληψη ότι τα Ευρωπαϊκά διαθρωτικά και επενδυτικά ταμεία συνιστούν, όχι μόνο μέσα οικονομικής στήριξης των περιφερειών, αλλά, πρωτίστως, αποτελεσματικά εργαλεία, προκειμένου να εκπονήσουν οι ίδιες ένα στρατηγικό πλαίσιο πολιτικής για την ψηφιακή τους ανάπτυξη, αποτελεί το κομβικό σημείο για τη βιωσιμότητα κάθε αναπτυξιακού σχεδίου δράσης.
Η διάχυση της γνώσης και της πληροφορίας και η αξιοποίησή τους είναι ο μοχλός για την ανάπτυξη ολόκληρης της ελληνικής περιφέρειας και ειδικά της περιφέρειας της Λάρισας, μιας περιοχής με ιδιαίτερα και μοναδικά χαρακτηριστικά, καθώς και σημαντικό ιστορικό πλούτο. Μιας περιοχής που παραδοσιακά υπήρξε πυλώνας για τη βιωσιμότητα της αγροτικής μας οικονομίας, με υψηλές ποιοτικές δυνατότητες. Η Λάρισα διαθέτει ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Η ανάδειξη και η αξιοποίησή τους, οφείλει να συνδέεται με την εκπόνηση ενός στρατηγικού αναπτυξιακού σχεδίου δράσης, για τη στήριξη και την ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα, αλλά και του τουρισμού, που θα επενδύει στην καινοτομία και την παροχή εξειδικευμένης και υψηλής ψηφιακής κατάρτισης στο ανθρώπινο δυναμικό του τόπου.
Οι αναπτυξιακές δυνατότητες της περιφέρειας Λαρίσης είναι αναμφισβήτητα μεγάλες και η μετάβασή της στη νέα ψηφιακή εποχή είναι στόχος απολύτως εφικτός, με αιχμή του δόρατος τη στήριξη της «έξυπνης γεωργίας» και της επιχειρηματικότητας στον πρωτογενή τομέα.
Η στήριξη κάθε πρωτοβουλίας που θέτει ως προτεραιότητα την ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, είναι για μένα θεμελιακός στόχος και δέσμευση, ως υποψήφια ευρωβουλευτή.
Η αξιοποίηση του ευνοϊκού Ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου και των ψηφιακών εργαλείων που μας παρέχει, η εξάντληση κάθε χρηματοδοτικής δυνατότητας στο έπακρο, δια μέσου της υλοποίησης στοχευμένων ευρωπαϊκών προγραμμάτων και δράσεων, καθώς και η συνεργασία μου με τοπικούς και ευρωπαϊκούς φορείς προς την κατεύθυνση μιας «έξυπνης», βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς περιφερειακής ανάπτυξης, θα σηματοδοτήσουν θεσμικά τη δυναμική της ευρωπαϊκής μου πορείας, με προσήλωση στον στόχο του ψηφιακού μετασχηματισμού της ελληνικής περιφέρειας και όραμα τη μετάβασή της στη νέα ψηφιακή εποχή.
(1) Πάνω από 20 δισεκατομμύρια EUR είναι διαθέσιμα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και το Ταμείο Συνοχής για επενδύσεις ΤΠΕ κατά την περίοδο χρηματοδότησης 2014-2020. Αυτές οι επενδύσεις στηρίζουν τη δράση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημιουργία μιας Ψηφιακής Ενιαίας Αγοράς, η οποία έχει το δυναμικό να δημιουργήσει έως και 250 δισεκατομμύρια EUR πρόσθετης ανάπτυξης (https://ec.europa.eu/regional_policy/en/policy/themes/ict/).
* Η κ. Ασημακοπούλου είναι υποψήφια ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας. Είναι οικονομολόγος και νομικός, έχει εργαστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ως δικηγόρος, στις Βρυξέλλες ως εμπειρογνώμων και ως εξωτερική συνεργάτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και επί σειρά ετών, στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Σήμερα, είναι Βουλευτής Β΄ Αθηνών και Τομεάρχης Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης της Νέας Δημοκρατίας.