Με αφορμή την 30η επέτειο του θρυλικού πρωταθλήματος Ελλάδας της ΑΕΛ, ο Βασίλης Καραπιάλης θυμάται  τον τίτλο, το αίσθημα υπερηφάνειας μιας ολόκληρης πόλης και τις δόξες που είχε το «αλογάκι» κατά τη δεκαετία του ’80!
Ολυμπιακός, 25 τίτλοι. Παναθηναϊκός, 14. ΑΕΚ, 7. Άρης, 3, ΠΑΟΚ, 2. Το πανόραμα των νικητών του πρωταθλήματος Ελλάδας μέχρι το 1988 είχε λίγο ή πολύ συγκεκριμένα χρώματα και μετρημένη κατανομή, με την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη να μονοπωλούν ως προορισμοί της κούπας.
Και τότε… ΑΕΛ! Οι «βυσσινί» έβαλαν τη Λάρισα στον «χάρτη», χτύπησαν τους «μεγάλους», άλλαξαν τον ρου της ιστορίας κι ανέβηκαν στην πιο ψηλή θέση, στη μεγαλύτερη έκπληξη στην ιστορία του θεσμού, κατακτώντας το πρώτο και μοναδικό ως σήμερα πρωτάθλημα που κατέληξε σε επαρχιακή πόλη. Μια πόλη που «ζούσε κι ανέπνεε» για την επιτυχία αυτή!
Υπό την τεχνική ηγεσία του Γιάτσεκ Γκμοχ, η ΑΕΛ του (σκόρερ) Μητσιμπόνα, του Γκαλίτσιου, του Βαλαώρα, του Καραπιάλη, του Βουτυρίτσα, του Μιχαήλ, του Κολομητρούση, του Αγορογιάννη, του Τσιώλη, του Ζιώγα, του Αλεξούλη, έφτανε στην κορυφή, νικώντας τον Ηρακλή, «τρελαίνοντας» 18.000 οπαδούς της στο Αλκαζάρ και μια πόλη ολόκληρη.
Ο Βασίλης Καραπιάλης ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας, μιλώντας στο gazzetta.gr για τα συναισθήματα και τα κατορθώματα μιας ομάδας γεμάτης ταλέντο και αγάπης για το τοπικό ποδόσφαιρο. «Θέλαμε να κάνουμε περήφανη μια πόλη, που πίστευε στον τίτλο περισσότερο από μας», εξομολογείται και εύχεται να υπάρξουν νέες «ΑΕΛ» στο ελληνικό ποδόσφαιρο, ικανές να πετύχουν ανάλογους «άθλους»!

- Τι θυμάσαι από εκείνες τις ημέρες, τη σεζόν στην αρχή της, όσο και το τέλος της, ως πρωταθλητής;
Όταν ξεκινάει η σεζόν σε μια τέτοια ομάδα, οι στόχοι που βάζει είναι να πάει καλά γενικά, να βγει στην Ευρώπη, να πάρουμε το Κύπελλο. Η ομάδα αυτή όμως ήταν ιστορική, δεν «ξεφύτρωσε» ξαφνικά. Γινόταν δουλειά πολλά χρόνια πριν, είχε παίξει σε τελικούς, ήταν ένας σύλλογος που τη δεκαετία του ’80 έκανε το δικό της ξεκίνημα, με το πρωτάθλημα να είναι το αποκορύφωμα.

Όταν ξεκινήσαμε, αρχίσαμε να παίρνουμε καλά αποτελέσματα, η ψυχολογία μας ήταν καλή και όσο προχωρούσαμε το πιστεύαμε και περισσότερο. Πηγαίναμε από νίκη σε νίκη και μετά το ξεκίνημα του β’ γύρου, όσο μέναμε ψηλά, σκεφτόμασταν πως μπορούμε! Φυσικά δεν το λέγαμε πουθενά, αλλά βλέπαμε πως μπορούμε να καταφέρουμε το αδύνατο! Είχαμε καλούς παίκτες, στην επαρχία ειδικά έτσι γίνεται, η ομάδα είναι μια οικογένεια, μια παρέα.

Βλέπαμε κάθε παιχίδι ξεχωριστά, λέγαμε «πάμε να νικήσουμε την Κυριακή»! Μετά, το επόμενο παιχνίδι. Δεν είχαμε παραστάσεις όπως οι μεγάλοι σύλλογοι, που ξεκινούν από την αρχή με στόχο τον τίτλο. Ήταν πρωτόγνωρο το συναίσθημα, είναι άλλο να κάνεις πρωταθλητισμό κάθε χρόνο κι άλλο ξαφνικά να κυνηγάς τέτοιο στόχο! Προς το τέλος ειδικά είχαμε πολύ μεγάλο άγχος, το έβλεπε κανείς στις κινήσεις μας, «βαραίναμε» κάπως, είναι δύσκολο να διαχειριστείς συναισθήματα που δεν έχεις ξαναζήσει.

- Μια ομάδα ελληνική, με πολύ κόσμο, στην επαρχία, φτάνει στην κορυφή της Ελλάδας. Τι έκανε το επίτευγμα πιο ξεχωριστό;
Τότε είχαμε μόνο δυο ξένους, όλοι οι υπόλοιποι ήμασταν Έλληνες. Συνολικά όλα έπαιξαν ρόλο, το γεμάτο γήπεδο, ο κόσμος μας, που το πίστευε περισσότερο από μας! Κάθε αγωνιστική το Αλκαζάρ «έσφυζε» από κόσμο, είχε 18.000 οπαδούς, είτε παίζαμε με μεγάλη ομάδα, είτε με μικρή, δεν έπεφτε καρφίτσα! Γενικά ήμασταν ένα γκρουπ παικτών που ήμασταν συμπαίκτες και φίλοι μαζί, πολλές ώρες μαζί, για φαγητό και για ποτό έξω, ο ένας στο σπίτι του άλλου, αλληλοσυμπληρωνόμασταν. Εξάλλου, δεν είχαμε τίποτα να χάσουμε! Κοιτάζαμε κάθε παιχνίδι ξεχωριστά και λίγο-λίγο προχωρούσαμε. Κάναμε πολλή προπόνηση, δουλεύαμε πολύ σκληρά για να τα καταφέρουμε.

Είχαμε όμως και πολύ ταλέντο, περισσότερο νομίζω απ’ ό,τι υπάρχει γενικά σήμερα, σε όλες τις θέσεις. Στην εποχή που ζούμε οι ομάδες βάζουν πολλή τακτική στο παιχνίδι, θέλουν ρολίστες που να παίζουν σε 3-4 θέσεις, να μην δέχονται γκολ. Τότε μπορούσε ο καθένας να κάνει τα δικά του. Έπαιρνε τη μπάλα ο Βαλαώρας και μπορούσε να περάσει πέντε παίκτες! Τώρα, αν κάποιος το επιχειρήσει, μπορεί ο προπονητής να τον κάνει αλλαγή, επειδή δεν ακολουθεί το σύστημα!

Ουσιαστικά, αυτό που έκανε την προσπάθεια ξεχωριστή ήταν η αγάπη για την ομάδα! Θέλαμε να κάνουμε την πόλη, την οικογένεια, τους φίλους μας, που ήταν όλοι ΑΕΛ, περήφανους!

- Είναι διαφορετική η αίσθηση να κατακτάς το πρωτάθλημα με την ΑΕΛ, συγκριτικά με τον Ολυμπιακό;
Η αλήθεια είναι πως όταν πήγα στον Ολυμπιακό, πίστευα πως θα ήταν πιο εύκολο. Κι όμως, δυσκολευτήκαμε πολύ, τόσο, που το πρώτο το χάρηκα όσο κι αυτό της ΑΕΛ. Εκείνη ήταν η πρώτη φορά, αλλά και με τον Ολυμπιακό ενθουσιάστηκα!

- Ποιό ήταν το μεγαλύτερο «όπλο» εκείνης της ομάδας;
Πολλά πράγματα μαζί, δεν υπήρχε κάτι συγκεκριμένο. Είχαμε καλούς παίκτες, η διοίκηση ήταν συνεπής, ο κόσμος μας στήριζε, η ομάδα αισθανόταν σαν οικογένεια. Ήμασταν κυριολεκτικά μια πόλη-μια ομάδα, όπως το λέω! Πηγαίναμε να αγοράσουμε ένα παντελόνι ή ένα πουκάμισο και δεν μας άφηναν να πληρώσουμε! Πηγαίναμε να φάμε, μας κέρναγαν, ήταν τέτοιο το κλίμα σε όλη τη Λάρισα. Αγαπούσαν την ΑΕΛ πολύ. Κι εγώ δίπλα στην ομάδα μεγάλωσα, με έπαιρνε ο πατέρας μου από μικρό παιδάκι, έτσι μαθαίναμε. Ακόμη και σήμερα έτσι αισθάνονται, θα δεις πως δεν υπάρχουν πολλοί Ολυμπιακοί, Παναθηναϊκοί, ΑΕΚτσήδες. Το 95% είναι ΑΕΛ, μόνο ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ, από τη μέρα που ιδρύθηκε αυτός ο σύλλογος.

- Για σένα, ως οπαδό της ΑΕΛ, η στιγμή ήταν μάλλον ιδιαίτερη…
Κοιάξτε να δείτε, εγώ από τη μέρα που ξεκίνησα να παίζω στον Τοξότη Λάρισας, ένα όνειρο είχα, να παίξω στην ΑΕΛ. Όχι μόνο δικό μου, όλων των παιδιών της περιοχής, που για τον οποιοδήποτε λόγο δεν έπαιξαν στην ομάδα. Εγώ ήμουν από τους τυχερούς και αισθάνομαι περήφανος που έγινα επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στην ΑΕΛ. Υπήρχε τότε μια πρόταση από τον ΟΦΗ, αλλά για μένα δεν υπήρχε τέτοιο ενδεχόμενο να φύγω από τον Τοξότη και να πάω στον ΟΦΗ. Ήθελα να φορέσω εκείνη τη φανέλα. Βέβαια, δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα γίνω πρωταθλητής με την ΑΕΛ, ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα!

Ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος και δεν είχε μεγάλη οικονομική άνεση, αλλά κάθε αγωνιστική, με το λεωφορείο, πηγαίναμε να δούμε την ΑΕΛ, «οργώναμε» όλη την Ελλάδα! Την άλλη μέρα σηκωνόταν στις 06:00 να πάει στη δουλειά, αλλά ήταν τέτοια η αγάπη του για την ομάδα, υπερβολική. Ήμουν πολύ χαρούμενος που έκανα περήφανη την οικογένειά μου!

- Είναι καταδικασμένο το ελληνικό πρωτάθλημα να έχει μια ΑΕΛ κάθε 30-40-50 χρόνια ή απλά δεν υπήρξε ξανά έκτοτε τέτοια ομάδα;
Εγώ εύχομαι να υπάρξει και άλλη ΑΕΛ, αλλά είναι πολύ δύσκολο στη σημερινή εποχή. Είναι και θέμα τάιμινγκ πολλές φορές, εμείς για παράδειγμα είχαμε εκμεταλλευτεί την καθίζηση που είχαν τότε οι μεγάλες ομάδες. Σήμερα, με τα χρήματα του Champions League, είναι τρομερά δύσκολο να συμβεί αυτό, αλλά θα ήταν καλό για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η Λέστερ στην Αγγλία το πίστεψε, μια ζωή το έπαιρνε η Μάντσεστερ, η Λίβερπουλ, αλλά τα κατάφερε κι αυτό είναι σπουδαίο!

- Αντί επιλόγου, θες να πεις κάτι για την επέτειο εκείνης της ημέρας;
Είμαι περήφανος που φόρεσα τη φανέλα αυτής της ομάδας και φυσικά πήρα το πρωτάθλημα μαζί της! Επειδή το άθλημα είναι ομαδικό, θέλω να ευχαριστήσω συμπαίκτες, τη διοίκηση, όλους και να το αφιερώσω σε ανθρώπους που δυστυχώς δεν βρίσκονται πια μαζί μας, καθώς έχουν φύγει από τη ζωή. Εύχομαι ξανά η μεγάλη αυτή ομάδα, με τη «βαριά» φανέλα, να φτάσει ξανά ψηλά, όπου κι αν είναι αυτό! Έχουμε πρωτάθλημα, Κύπελλα, είμαστε κι εμείς μεγάλη ομάδα! Περάσαμε πολλά, αλλά είμαστε πάλι εδώ, βλέπετε πως η ομάδα έφτασε μια «ανάσα» από τον τελικό. Βάλαμε δύσκολα σε μια ομάδα όπως η ΑΕΚ και φαίνεται πως το DNA αυτού του συλλόγου είναι να κυνηγάει διακρίσεις!

Θα κάνει καλό σε όλους, ο κόσμος γέμιζε τότε τα γήπεδα για να δει το καλό ποδόσφαιρο, γιατί το αγαπάει. Εμείς παίζαμε τότε στο ΟΑΚΑ με τον Ολυμπιακό κι ερχόταν 80.000 κόσμος να μας δει, το ίδιο με τον Ηρακλή του Χατζηπαναγή, πήγαιναν οι φίλαθλοι στο γήπεδο να δει την ομάδα του Βασίλη! Έτσι ήταν τότε κι αυτό δείχνει πως ο κόσμος πάντα εκτιμάει το ωραίο ποδόσφαιρο και θέλει να το βλέπει από κοντά

gazzetta.gr