Να προεξοφλούνται οι επιταγές από τις τράπεζες με την παροχή εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου σε ποσοστό άνω του 80% προκειμένου να αποκατασταθεί η ρευστότητα στις επιχειρήσεις που πλήττονται από τα μέτρα για την πανδημία, ζητά ο βουλευτής Λάρισαςτου ΣΥΡΙΖΑ κ. Βασίλης Κόκκαλης με αναφορά του προς τους αρμόδιους υπουργούς Οικονομικών κ. Χρήστο Σταϊκούρα και Ανάπτυξης κ. Άδωνι Γεωργιάδη.
Ο Λαρισαίος πολιτικός επικαλείται τη σχετική επιστολή του προέδρου της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνου Μίχαλου, στην οποία τονίζεται μεταξύ άλλων πως «ένα τέτοιο μέτρο θα αποκαταστήσει άμεσα το πρόβλημα ρευστότητας και θα αποτρέψει σωρεία λουκέτων λόγω έλλειψης κεφαλαίων, τα οποία οι τράπεζες επί της ουσίας αρνούνται να διοχετεύσουν στην αγορά, φοβούμενες τις επισφάλειες».
Αναλυτικά επιστολή που επισυνάπτεται στην αναφορά του κ. Κόκκαλη: «Θα θέλαμε να σας επαναφέρουμε το μείζον πρόβλημα της αδυναμίας πληρωμής επιταγών και άλλων αξιογράφων από σημαντική μερίδα του επιχειρηματικού κόσμου λόγω της αναγκαστικής διακοπής λειτουργίας του συνόλου σχεδόν των επιχειρήσεων, εξαιτίας της επιβολής των μέτρων για την αντιμετώπιση της μετάδοσης του νέου κορονοϊού.
Με αφορμή την επικείμενη προώθηση νομοθετικής διάταξης που έχει προαναγγείλει η κυβέρνηση για την αναστολή πληρωμών επιταγών και άλλων αξιογράφων κατά 75 ημέρες, θα θέλαμε να σας επισημάνουμε ότι ναι μεν το συγκεκριμένο μέτρο δίνει ανάσες στις πληττόμενες επιχειρήσεις αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιλύει το οξύτατο πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζει σήμερα η αγορά.
Στο πλαίσιο αυτό, θα θέλαμε να σας υποβάλουμε πρόταση σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση θα πρέπει να προωθήσει ένα νέο πρόγραμμα για την παροχή εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου προς τις εμπορικές τράπεζες, ώστε αυτές με τη σειρά τους να προεξοφλούν τα αξιόγραφα που τους προσκομίζονται από τον κομιστή σε ποσοστό της τάξης του 80%.
Από αυτό το 80% της αξίας που θα προεξοφλείται, επίσης το 80% θα πρέπει να είναι εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου για τη διασφάλιση των τραπεζών και το υπόλοιπο 20% υποχρέωση του εκδότη. Οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει αρχικά τουλάχιστον να ανέλθουν στο ποσό των 2 δισ. ευρώ, προκειμένου να ξεκινήσει η σχετική διαδικασία ομαλοποίησης της εισροής ρευστότητας στις επιχειρήσεις.
Αυτονόητη προϋπόθεση αποτελεί ότι στο μέτρο θα μπορούν να ενταχθούν μόνο επιχειρήσεις που έχουν πληγεί δραστικά από την πανδημία και με πολύ συγκεκριμένα κριτήρια, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα εκμετάλλευσης του μέτρου από «στρατηγικούς κακοπληρωτές».
Και βεβαίως, τα ποσά αυτά μπορούν σίγουρα να αναζητηθούν μέσω σχετικών ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων ήδη υπαρχόντων ή και μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, πόροι του οποίου θα αρχίσουν να εισρέουν σύντομα στη χώρα μας.
Ένα τέτοιο μέτρο θα αποκαταστήσει άμεσα το πρόβλημα ρευστότητας και θα αποτρέψει σωρεία λουκέτων λόγω έλλειψης κεφαλαίων, τα οποία οι τράπεζες επί της ουσίας αρνούνται να διοχετεύσουν στην αγορά, φοβούμενες τις επισφάλειες.
Με τις εγγυήσεις, όμως, του ελληνικού Δημοσίου δεν θα έχουν πλέον καμία δικαιολογία και θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, προκειμένου να αποτραπεί η κατάρρευση του ιδιωτικού τομέα».