Την προστασία των βοσκοτόπων από την άναρχη εγκατάσταση πάρκων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αναδεικνύει ο βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. κ. Βασίλης Κόκκαλης, με ερώτησή του προς τους αρμόδιους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Σπήλιο Λιβανό και Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κώστα Σκρέκα.
Στην ερώτηση που συνυπογράφουν 27 ακόμη βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κ. Κόκκαλης αναφέρει τα εξής:
«Το θέμα της διαχείρισης των βοσκήσιμων γαιών απασχολεί την Ελληνική πολιτεία εδώ και πάρα πολλά χρόνια με κύριο σημείο αναφοράς το έτος 1987 όπου κρίθηκε αντισυνταγματικός ο νόμος για τους βοσκότοπους. Παρόλο που οι βοσκότοποι διαδραματίζουν κύριο και καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση του δασικού και αγροτικού χώρου η διαχείριση τους αποτελούσε ένα γόρδιο δεσμό δεκαετιών που η χώρα μας καθυστερούσε και απέφευγε να επιλύσει.
Η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αντιλαμβανόμενη την μακροχρόνια καθυστέρηση και αναγνωρίζοντας την άμεση και επιτακτική ανάγκη εκπόνησης και εφαρμογής των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, θεσμοθέτησε το ν. 4351/2015 (ΦΕΚ 164 Α’) «Bοσκήσιμες γαίες Ελλάδας και άλλες διατάξεις» και ακολούθησε η Κοινή Υπουργική Απόφαση αριθ. 1058 /71977/ 03.07.2017 (ΦΕΚ 2331 Β’) με θέμα «Καθορισμός των Προδιαγραφών και του Περιεχομένου των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4351/2015 (ΦΕΚ 164 Α’)» .
Σύμφωνα με την ανωτέρω νομοθεσία τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης έπρεπε να εκπονηθούν και να εγκριθούν μέχρι τις 31/12/2019 με διάρκεια ισχύος 7 ετών και τη δυνατότητα για αναθεώρηση και εκ νέου έγκριση τους μετά το πέρας του διαστήματος αυτού.
Τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης περιλαμβάνουν την αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης της κτηνοτροφίας σε όλη την χώρα και ανά Δήμο ξεχωριστά, εκτιμούν τη βοσκοϊκανότητα καθώς και τις τάσεις αύξησης ή μείωσης της κτηνοτροφικής δραστηριότητας.
Δίνουν τη δυνατότητα ώστε να προταθούν οργανωμένα και να ενταχθούν σε προγράμματα χρηματοδοτήσεων τα απαραίτητα έργα υποδομής για τη βελτίωση της κτηνοτροφικής δραστηριότητας, σε συνδυασμό πάντα με τη φιλοπεριβαλλοντική διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών.
Στοχεύουν στον διαχωρισμό των βοσκήσιμων γαιών σε λιβαδικές μονάδες που θα μπορούν να μισθώνονται σε κτηνοτρόφους (το ελάχιστο για μια επταετία), ανάλογα πάντα με τις ειδικές ανάγκες των κτηνοτρόφων, ώστε να μπορέσουν να εξασφαλίσουν ένα στοιχειώδη προγραμματισμό και να παραχθεί χαρτογραφικό υλικό αξιοποιώντας και εμπλουτίζοντας το ήδη υφιστάμενο.
Η εκπόνηση και εφαρμογή των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης επιλύει πλήθος προβλημάτων που ταλανίζουν χρόνια τον κτηνοτροφικό κλάδο, θέτει νέες βάσεις και δημιουργεί προοπτικές ανάπτυξης σε ένα σύγχρονο περιβάλλον για τον κλάδο ενώ οδηγεί σε προϊόντα υψηλής ποιότητας και με μεγαλύτερη υπεραξία στην εσωτερική και διεθνή αγορά.
Τελευταία αρνητική εξέλιξη είναι η παραδοχή από την κυβέρνηση των ευθυνών της για την καθυστέρηση των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης μέσα από την πρόσφατη νομοθετική αλλαγή όπου παρέτεινε το χρόνο ολοκλήρωσης μέχρι το τέλος του 2023, αποδεχόμενη ότι δεν θα ολοκληρωθούν κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής της αλλά και ότι έχει καθυστερήσει δραματικά εδώ και δύο χρόνια στην προώθηση των σχεδίων βόσκησης. Και αυτή η εξέλιξη αποτελεί ζημία της ελληνικής κτηνοτροφίας και θέτει σε αμφισβήτηση τα δικαιώματα των παραγωγών.
Η έλλειψη των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης πέρα από την διαιώνιση των χρόνιων προβλημάτων της κτηνοτροφίας συντελεί και στην απώλεια μεγάλου ποσοστού βοσκήσιμων γαιών λόγω εγκατάστασης άλλων δραστηριοτήτων και χρήσεων γης.
Το πρόβλημα αυτό επιτείνεται και από την γενικότερη επιλογή της κυβέρνησης να καθυστερήσει και να μην ολοκληρώνεται ο χωροταξικός σχεδιασμός σε όλα τα επίπεδα αλλά αντίθετα να δημιουργούνται παντού παρεκκλίσεις και παραθυράκια που καμία σχέση δεν έχουν με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και με το κράτος δικαίου.
Ειδικότερα προβλήματα προκύπτουν και από τις αντιθέσεις που δημιουργούν οι βεβαιώσεις παραγωγού και οι αιτήσεις που κατατίθενται για χωροθέτηση και εγκατάσταση ΑΠΕ σε χορτολιβαδικές εκτάσεις και εν γένει σε αγροτεμάχια και δασικές εκτάσεις.
Η απελευθέρωση που δημιούργησε ο αντιπεριβαλλοντικός νόμος Χατζηδάκη (N. 4685) οδήγησε σε υπερθέρμανση της αγοράς ΑΠΕ και αδιέξοδα και εντάσεις σε όλη την Ελλάδα. Και παρότι ακόμα και από την πλευρά της ΡΑΕ κατατίθενται δημόσια προτάσεις για την επιτάχυνση και την προτεραιότητα του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου των ΑΠΕ η κυβέρνηση κωφεύει και συνεχίζεται η διαδικασία εξέτασης των υπολοίπων αιτήσεων.
Όμως o αιτήσεις για βεβαιώσεις και χωροθέτηση ΑΠΕ αλλά και πολλές από τις εκδοθείσες βεβαιώσεις αφορούν σε εγκατάσταση Α.Π.Ε. σε εκτάσεις που είναι ξεκάθαρα βοσκότοποι ενώ πανελλαδικά είναι διάχυτη η ανησυχία, η αναστάτωση αλλά και η έντονη αντίδραση των κτηνοτρόφων. Η προοπτική μετατροπής μεγάλων βοσκήσιμων εκτάσεων σε χώρους εγκατάστασης Α.Π.Ε. είναι εμφανής όπως και το επακόλουθο της απώλειας της δυνατότητας βόσκησης αυτών.
Επειδή υπάρχει πλήθος προβλημάτων που απειλεί τη βιωσιμότητα και ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
Επειδή ο κλάδος της κτηνοτροφίας βρίσκεται σε πολύ δεινή θέση και στην παρούσα στιγμή είναι περισσότερο από ποτέ ορατός ο κίνδυνος κατάρρευσης του.
Επειδή ήδη το δυναμικό των βοσκήσιμων γαιών υπολείπεται των πραγματικών αναγκών.
Επειδή ενώ υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με τις εκτάσεις των βοσκήσιμων γαιών που δεσμεύονται για άλλες ανταγωνιστικές δραστηριότητες και χρήσεις γης.
Επειδή η ορθολογική διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για το παρόν και το μέλλον της κτηνοτροφίας.
Επειδή με την οριστική εκπόνηση των διαχειριστικών σχεδίων χαρακτηρίζονται ξεκάθαρα οι εκτάσεις που είναι βοσκήσιμες.
Ερωτώνται οι αρμόδιοι κ.κ. Υπουργοί:
1. Σε ποιες ενέργειες προτίθενται να προβούν για την άμεση εκπόνηση και εφαρμογή των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης;
2. Ποια μέτρα προτίθενται να λάβουν για την προστασία των βοσκήσιμων γαιών που κινδυνεύουν να δεσμευτούν από άλλες χρήσεις ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος απειλής για την κατάρρευση και επιβίωση της κτηνοτροφικής δραστηριότητας;»