Να εκμεταλλευτούμε τα σωστικά μυστήρια της Εκκλησίας για να προετοιμαστούμε ψυχικά προέτρεψε τους πιστούς από τη Λάρισα ο επιχώριος μητροπολίτης Ιερώνυμος.
“Έτσι θα μπορέσουμε να γιορτάσουμε τα φετινά Χριστούγεννα πραγματικά χωρίς φανφάρες και φώτα κοσμικά”, τόνισε ο κ. Ιερώνυμος κατά το χθεσινό κήρυγμά του από το παρεκκλήσι του Επισκοπείου όπου και λειτούργησε και πρόσθεσε πως “η περίοδος αυτή μας προτρέπει όλους σε πνευματική εργασία και μέσα από τα μηνύματα της αγάπης, της ειρήνης, της καταλλαγής, της φιλανθρωπίας και της αλληλεγγύης, θα μπορέσουμε να ενωθούμε με το Χριστό”.
Θέλοντας να στηλιτεύσει όλα εκείνα τα εξουσιαστικά συστήματα που προσπαθούν να καταδικάσουν σήμερα την Εκκλησία, ο μητροπολίτης Λαρίσης ανέφερε πως “ιδίως τα συστημικά μέσα ενημέρωσης είναι έτοιμα να της επιτεθούν.
Να την κατηγορήσουν, να κουνήσουν το δάχτυλο και γενικότερα να πούνε πράγματα τα οποία δεν στέκουν και δεν έχουν σχέση ούτε με το ήθος, ούτε με την πρόθεση της Εκκλησίας”, συμπληρώνοντας πως “απλά αυτό που δείχνουν είναι το μένος όλων αυτών οι οποίοι θεωρούν πως είτε μοιράζονται την εξουσία, είτε την εκφράζουν και σπεύδουν προθύμως να την εξυπηρετήσουν. Όλοι αυτοί οι «πρόθυμοι» δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά από το να σπεύδουν να πνίξουν την όποια φωνή.
Ακόμη κι αν είναι μια φωνή απορίας και όχι αντίδρασης. Ακόμη κι αν είναι μια πρόταση διαφορετικού και όχι κακού. Ακόμη κι αν δεν έχει διάθεση υπονόμευσης της όποιας εξουσίας”.
Επιχειρώντας να περιγράψει με ποιο τρόπο τα εξουσιαστικά αυτά συστήματα επιβάλλουν τη γνώμη τους σε οποιονδήποτε προσπαθεί να διατυπώσει μια διαφορετική άποψη, ο κ. Ιερώνυμος σημείωσε πως “αν και λέμε ότι έχουμε δημοκρατία. Αν και το σύστημά μας προβλέπει την ελευθερία του λόγου. Αν και υπάρχουν πολλές δυνατότητες ανάπτυξης ελεύθερου φρονήματος, ελεύθερης σκέψης και συνεπώς ελεύθερου λόγου στα πράγματα.
Η οποιαδήποτε διαφοροποίηση από αυτό που αποτελεί κεντρική θέση του εξουσιαστικού φαινομένου της εξουσίας, όπως και αν αυτή εκφράζεται. Η οποιαδήποτε διαφορετική τοποθέτηση και χάραξη άλλης πορείας. Σημασιοδοτεί αντίδραση, καταγγελία και γίνεται προσπάθεια να καταπνιγεί και να εξαφανιστεί ο τολμητίας, ο αμφισβητίας, ο αντιδρών και ας μην ήταν τέτοια η διάθεσή του”.
Ο μητροπολίτης Λαρίσης παράλληλα συμπλήρωσε πως “παρόλο που αυτοπροσδιοριζόμαστε ως μια χώρα πολιτισμένη και δημοκρατική υπάρχουν προσδιοριστικές αρχές άσκησης του εξουσιαστικού φαινομένου. Υπάρχουν οι συνταγματικοί περιορισμοί και υπάρχουν ακόμη οι περιορισμοί εκείνοι που περιορίζουν αυτούς που ασκούν εξουσία, ώστε να έχουν δικαιώματα αυτοί οι οποίοι τολμούν να διατυπώσουν μια διαφορετική άποψη”, διευκρινίζοντας συγχρόνως πως αυτό το οποίο βλέπουμε στην πραγματικότητα όμως δεν είναι τίποτα άλλο παρά αυτός ο οποίος διακατέχει την εξουσία να τη χρησιμοποιεί με ένα τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να επιβάλλει τη γνώμη του “καταπνίγοντας την οποιαδήποτε διαφορετική φωνή και αποστασιοποιούμενος από οτιδήποτε άλλο δεν έχει ειπωθεί από το στόμα του. Θεωρώντας ακόμη και την έκφραση μιας διαφορετικής τακτικής. Ακόμη και την έκφραση ενός διαφορετικού λόγου, ακόμη κι αν είναι ήπιος και ευγενής. Να τον θεωρεί ως πολεμική εναντίον του. Να μην τον θέλει και να προσπαθεί να τον καταπνίξει”.
Επιδιώκοντας να αναφερθεί στους πραγματικούς λόγους μέσα από τους οποίους η χριστιανική μας συμπεριφορά κινδυνεύει να γίνει περισσότερο κοσμική, ο κ. Ιερώνυμος επισήμανε πως “μας καταλαμβάνει η ακηδία. Είτε επειδή μας συντρίβουν τα εξωτερικά γεγονότα της καθημερινότητας. Είτε επειδή μας επηρεάζουν τα δελτία των ειδήσεων και οι συμφορές που πολλές φορές αυτά ευαγγελίζονται”.
Ο Σεβασμιώτατος ταυτόχρονα διαπίστωσε ότι ο κόσμος σήμερα έχει τον τρόπο του, τις μεθοδείες του και τα δικά του κόλπα, ώστε να μας βγάλει από την εκκλησιαστική μας συνείδηση και από τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε κατά Χριστό, λέγοντας χαρακτηριστικά πως “προσπαθεί να μας τα υποδείξει επιβάλλοντάς μας και όχι να μας παρακαλέσει στο να τα αποδεχτούμε. Αυτή είναι η διαφορά. Ο κόσμος επιβάλλει, ενώ η Εκκλησία παρακαλάει. Ο κόσμος έρχεται να μας επιβάλλει το δικό του εγωιστικό φρόνημα, το εγωκεντρικό, το οποίο έχει να κάνει μόνο με τον εαυτό μας και με την υπέρβαση, με την περιφρόνηση και με την παραθεώρηση του όποιου άλλου”.
Αναφερόμενος σε όλους εκείνους που δεν καταλαβαίνουν ακόμη και σήμερα τι σημαίνει Εκκλησία, ο μητροπολίτης Λαρίσης ανέφερε πως “όλοι αυτοί στέκονται μόνο στα εξωτερικά σχήματα. Σε αυτά τα οποία βλέπουν και νομίζουν ότι μπορούν να τα ερμηνεύσουν και να ασκήσουν κριτική. Να δουν το τι ακριβώς συμβαίνει στο εσωτερικό της Εκκλησίας με συσχετισμούς, αναλογίες και όρους ανθρωπίνους”, προσθέτοντας πως οι περισσότεροι από αυτούς που πλησιάζουν την Εκκλησία αντί να σκλαβωθούν από το μεγαλείο της λατρείας, αντί να ανοίξουν τα αυτιά τους και να ακούσουν τα όποια μηνύματα έχει να προσφέρει ο εκκλησιαστικός λόγος “μένουν με το αίσθημα της ταλαιπωρίας της ορθοστασίας της ακολουθίας. Μένουν με το αίσθημα ότι η Εκκλησία προσπαθεί να τους περιορίσει στην ελευθερία, επιβάλλοντας μια ηθική εγκλωβισμένη μέσα στον μικρόκοσμό τους και μέσα στη δική τους ατομική ιδεοληψία. Αδυνατώντας έτσι να δουν την προοπτική της Ορθοδοξίας ως Οικουμενικής”.
Ο κ. Ιερώνυμος συγχρόνως υπογράμμισε πως “δεν μπορούν να κατανοήσουν και έτσι περιφρονούν την πρόκληση και την πρόσκληση για αγάπη, για ταπείνωση, για υπακοή στο θείο θέλημα και την συγχέουν με τη θρησκοληψία ή την ψυχολογική ανάγκη για υποστηριγμό στην αβεβαιότητα και έτσι αδικούν την Εκκλησία”, ξεκαθαρίζοντας πως “τίποτα από αυτά δεν προσδιορίζει την Εκκλησία. Αντιθέτως πολλές φορές αυτή η τακτική και η αντίληψη είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί της, καθώς σημασιοδοτούν απαράδεκτη εκτροπή και αλλοίωση της πνευματικότητάς της, που οδηγεί σε πνευματικό θάνατο και απώλεια”.
Περιγράφοντας το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα η Ορθοδοξία, ο μητροπολίτης Λαρίσης σημείωσε πως “είναι να ανατρέψει τις πολυποίκιλες προκαταλήψεις που διαχέονται σε βάρος της και δημιουργούν στερεότυπα μακριά από την πραγματικότητα. Οι άνθρωποι πολλές φορές έχουν ένα δικό τους φρόνημα και πίστευμα για την Εκκλησία μια δική τους αντίληψη που τους την έχουν καλλιεργήσει άλλα κέντρα και δεν έχει καμία πραγματικότητα με αυτό που πραγματικά η Εκκλησία είναι”, πιστεύοντας παράλληλα πως υπάρχουν ένα σωρό ανόητα πιστεύματα που κυκλοφορούν τα οποία αποτελούν “δήθεν πίστη της Εκκλησίας, πίστη θεοπαράδοτη, ενώ απειράριθμες δοξασίες προβάλλονται ως ορθόδοξη διδασκαλία και όλο αυτό προδιαθέτει αρνητικά έναντι της Εκκλησίας. Όχι μόνο γιατί σημασιοδοτεί το στοιχείο της παράνοιας, αλλά χαρακτηρίζει μια πρόνοια που δεν υπάρχει στην Εκκλησία. Δηλαδή στο πραγματικό εκκλησιαστικό φρόνημα και πνεύμα”.
Κλείνοντας, κ. Ιερώνυμος θέλοντας να υπενθυμίσει πως πρέπει να είναι η πραγματική ιδιότητα ενός χριστιανού, κατέληξε λέγοντας πως “δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο κατά τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές, αλλά σε κάθε στιγμή της ζωής μας και ιδίως της καθημερινότητάς μας”.
Αναστάσιος Βόπης (orthodoxia.info)