Γράφει ο Πασχάλης Κ. Μουλάς, φιλολόγος-ιστορικός, υπεύθυνος Νεολαίας, Παιδείας και Αθλητισμού της "Λαρισαίων Κοινόν"
Στη χώρα μας υπάρχουν και λειτουργούν δύο κατηγορίες τηλεοπτικών σταθμών: οι Πανελλαδικοί και οι Τοπικοί. Οι διαφορές μεταξύ τους είναι αρκετές και ικανές, ώστε να ξεχωρίσει κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος ποιά από τις δύο αυτές κατηγορίες ωφελεί το κοινό καλό, προωθεί την πολιτισμική ανάδειξη και ασχολείται ουσιωδώς με την Ταυτότητα των Ελληνικών Κοινοτήτων.
Τα πανεθνικής εμβέλειας κανάλια μάς έχουν συνηθίσει τα τελευταία χρόνια σε διαγωνισμούς -ριάλιτι για τους ξενομαθείς- χαμηλοτάτου επιπέδου. Η βαθιά σήψη που τα κατακλύζει, όμως, δεν περιορίζεται μόνο εδώ. Είναι τραγικό το γεγονός ότι, ενώ ο Ερντογάν διεκδικεί ελληνικά εδάφη και μεταποιεί εξέχοντες Ορθόδοξους Ναούς σε τζαμιά, εκείνα προβάλλουν σειρές έργων τουρκικής παραγωγής, γλώσσας και κουλτούρας... Η τακτική αυτή που βλάπτει ποικιλοτρόπως τα εθνικά συμφέροντα, δεν σταματά, ακόμη και όταν έρχεται η ημέρα της επετείου του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα του 1821 κατά του οθωμανικού ζυγού: η 25η Μαρτίου.
Μεγάλος προβληματισμός έχει επέλθει στην κοινή γνώμη για το κατά πόσο αντικειμενική είναι η ενημέρωση σε αυτή την κατηγορία των Μ.Μ.Ε. Σε πολλές περιπτώσεις, είναι έκδηλη η αγωνία των προνομιούχων δημοσιογράφων να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, αντί να την εκφράζουν. Αξίζει, εν προκειμένω, να σημειωθεί πως πολλοί εξ αυτών κατέρχονται ως υποψήφιοι σε κομματικά ψηφοδέλτια με αποτέλεσμα να είναι ήδη βουλευτές και ευρωβουλευτές σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Τίθεται, λοιπόν, το εξής ερώτημα: πώς μπορεί να πειστεί ο Έλληνας πολίτης ότι όλα όσα του έλεγαν από τηλεοράσεως ήταν αλήθεια και ότι δεν εξυπηρετούσαν την προπαγάνδα του κόμματος στο οποίο τώρα ανήκουν;
Σε τοπικό επίπεδο, η κατάσταση μάλλον δεν είναι έτσι... Κάθε πόλη, κάθε περιφέρεια έχει την δική της πολιτιστική κληρονομιά, τους δικούς της κώδικες επικοινωνίας με τους ξεχωριστούς ιδιωματισμούς, τα υπέροχα παραδοσιακά τραγούδια, τους ευγενείς κατοίκους και χωρικούς της, τους εκφραστές του τοπικού πολιτισμού. Αυτά και πολλά άλλα ακόμη οφείλονται στην πολυμορφία και την απαράμιλλη γοητεία του Ελληνικού Πολιτισμού. Μας θυμίζουν ότι των Ελλήνων οι Κοινότητες δεν είναι άψυχα οικιστικά συγκροτήματα και αυτή η οπτική μεταφέρεται εν πολλοίς στα τοπικά Μ.Μ.Ε., τα οποία συμπεριλαμβάνουν στα προγράμματά τους εκπομπές με παραδοσιακούς χορούς της κάθε περιοχής. Επιπλέον, εκτός του γεγονότος ότι συμβάλλουν στην γνωριμία των νέων με τα ήθη και τα έθιμα της Κοινότητάς τους, προσκαλούν καλλιτέχνες της τοπικής κοινωνίας, διαφημίζουν τοπικά εμπορικά καταστήματα και χώρους εστίασης, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την τοπική οικονομία. Όλα αυτά βέβαια, χωρίς να χρηματοδοτούνται από κρατικά κονδύλια, τα οποία κυριολεκτικά σπαταλώνται, ενίοτε, για μικροπολιτικές σκοπιμότητες σε χαμηλής έως ανύπαρκτης θεαματικότητας ή επισκεψιμότητας Μ.Μ.Ε που προπαγανδίζουν ό,τι τους παραγγέλνουν, πιστοί στο «his master’s voice», μη τηρώντας κανένα κώδικα δεοντολογίας και αντικειμενικότητας.
Σίγουρα, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης μεταξύ των δύο κατηγοριών Μ.Μ.Ε. Θα ήταν, επομένως, ωφέλιμο όσες/όσοι παρακολουθούν τηλεόραση, να στραφούν κυρίως προς τα Μ.Μ.Ε. της περιοχής τους. Η τακτική των ίσων αποστάσεων που ακολουθούν, όσον αφορά στα τοπικά πολιτικά πρόσωπα, το φιλικό και ευγενές κλίμα που καλλιεργούν στις δημοσιογραφικές -και μη- εκπομπές τους, καθώς και όλα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, τα οποία φανερώνουν την ιστορική συνέχεια κάθε πόλης/κοινότητας, θα πρέπει να παραδειγματίζουν την άλλη κατηγορία.
Είναι καλό να αναγνωρισθεί το έργο τους και να προχωρήσουμε συλλογικά, αλλά και ατομικά, από το παράπονο, τις ύβρεις και τη διαμαρτυρία για τα κακώς κείμενα των μεγάλων σταθμών της ελληνικής τηλεόρασης, στη διαδικασία στήριξης και δημιουργικής κριτικής των μικρότερων τοπικών.