Αρχίζουμε από την Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην πλατεία Κοιλάδας τα μουσικά καλλιτεχνικά προγράμματα στις Λέσχες Πολιτισμού του Δήμου Λαρισαίων και σε υπαίθριους χώρους.

  Πρόκειται για το πρόγραμμα «Ποίηση και Μουσική» που εμπεριέχεται στο πρόγραμμα η «Η ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΜΑΘΑΙΝΕΙ».

Το μουσικό σχήμα των Σπύρου Καβαλλιεράτου, Βαγγέλη Τσιαπλέ, Μαριάννας Ζάχου Και Αλέξανδρου Τσιωνά θα παρουσιάσουν ένα πρόγραμμα έντεχνης λαϊκής μουσικής .

  Θα παρουσιαστούν τραγούδια  των Μίκη Θεοδωράκη, Μάνου Χατζηδάκη ,Γιάννη Μαρκόπουλου, Σταύρου Ξαρχάκου, Μάνου Λοΐζου, Θάνου Μικρούτσικου και άλλων σπουδαίων Ελλήνων συνθετών, της έντεχνης λαϊκής μουσικής. 

  Θα παρουσιαστούν μελοποιημένα ποιήματα σπουδαίων Ελλήνων ποιητών όπως Γιώργου Σεφέρη, Οδυσσέα Ελύτη, Γιάννη Ρίτσου, Τάσου Λειβαδίτη, Μιχάλη Κατσαρού, Μανώλη Αναγνωστάκη και άλλων.

  Ακόμη σπουδαίων Ελλήνων στιχουργών-ποιητών όπως Νίκος Γκάτσος ,Γιώργος Σκούρτης, Κώστας Τριπολίτης, Μάνος Ελευθερίου, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Κώστας Βίρβος, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και άλλοι.

  Στόχος των 25 συναυλιών που θα πραγματοποιηθούν είναι να ψυχαγωγηθούν οι συμπολίτες μας με σπουδαία Ποίηση και μουσική. Η μουσική και η ποίηση μέσα από αυτά τα τραγούδια είναι κάτι δικό μας, ζωντανό στοιχείο του Νεοελληνικού Πολιτισμού. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο δημιουργός αυτού του είδους μουσικής, έγραψε χαρακτηριστικά:

 «Η σωστή μελέτη της ζωής όλων των μεγάλων καλλιτεχνών και γενικότερα των πνευματικών ανθρώπων μας δείχνει ότι τόσο το έργο τους είναι πιο μεγάλο, όσο πιο μεγάλος υπήρξε ο δεσμός τους με το ιστορικό τους περιβάλλον και τα προβλήματα(…)

Έπλασα σιγά σιγά μέσα μου το μεγάλο ιδανικό της ζωής μου: να δημιουργήσω μεγάλες ηχητικές τοιχογραφίες, όμως με υλικά απόλυτα ζωντανά. Με αναγκαιότητα την αλήθεια. Πλουτίζοντας την μουσική μου γλώσσα με κάθε καινούρια τεχνική προσφορά. Ακόμα, προσπαθώντας αν το μπορώ, να προωθήσω αυτήν την τεχνική. Όμως, το πιο σπουδαίο, ήθελα την μεγάλη αυτή μουσική τοιχογραφία να την νιώθει όλος ο λαός, να την λογαριάζει για κάτι το εντελώς δικό του, που βγαίνει απ’ αυτόν. Που απευθύνεται σ’ αυτόν.»

  Πρόκειται δηλαδή για τραγούδια, δικά μας, που μας αφορούν, αναφέρονται στην ζωή μας, στα προβλήματα μας, στις ελπίδες και στα όνειρα μας.

 Να πως ο Μίκης Θεοδωράκης προσδιορίζει αυτό το είδος μουσικής:

  

Η « Μαχόμενη Κουλτούρα»

Όπως την ονόμασα, δηλαδή η ζωντανή κουλτούρα, αυτή που αφορά άμεσα το λαό και που βρίσκεται σε στάδιο δημιουργικής ανέλιξης, αγγίζει τα θεμέλια της ύπαρξης. Φωτίζει μεμιάς τον εσωτερικό μας κόσμο και για πρώτη φορά ο εαυτός μας αποκαλύπτεται στον εαυτό μας!

Για πρώτη φορά , επίσης, αποκαλύπτεται ανάγλυφα η κοινή φλέβα, η κοινή ρίζα.  Δηλαδή η κουλτούρα μας ενώνει με τον όμοιό μας. Με τον αδερφό μας. Με την κοινότητα. Τη φυλή. Το έθνος. Μα γενικά, με τον άνθρωπο! Καθώς μας βοηθά να δούμε τον εαυτό μας είναι ¨ο άλλος¨ - ότι αυτός ¨ο άλλος¨ είναι ο εαυτός μας (…). Καθώς συμμετέχεις σε μια οποιαδήποτε εκδήλωση της μαχόμενης κουλτούρας κοιτάζεις ξαφνικά τον άλλον και βλέπεις στα μάτια του αστραπές. Αυτή η ποίηση, αυτή η μουσική, αυτό το χρώμα της φωνής του λαϊκού τραγουδιστή κι αυτοί οι ήχοι των λαϊκών οργάνων αποτελούν μια αέρινη αλυσίδα που σε δένει με όλο σου το παρελθόν, με όλη σου την κληρονομιά. Ξαφνικά ο Ρήγας και ο Κάλβος γίνονται φίλοι σου. Ο Καραϊσκάκης αδερφός σου. Βλέπεις τώρα πως η πορεία είναι ενιαία. Η κοίτη κοινή. Ότι έκανες ήδη μεγάλο δρόμο (…) Χρέος σου τώρα να προχωρήσεις σαν ένα ζωντανό μέρος αυτού του κορμιού. Είσαι πρωτοπόρος. Που σημαίνει ότι πρέπει να ανοίξεις δρόμο. Έτσι σταλαγματιά σταλαγματιά αυτή η αισθητική χαρά μεταβάλλεται σε ηθική δύναμη και σε συνέχεια σε ιδεολογική πίστη και πολιτική πράξη. Αυτό είναι το αναπόφευκτο προτσές της μαχόμενης κουλτούρας.