«Αυτή η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να υλοποιήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν τη χώρα σύγχρονη, ανταγωνιστική και φιλική στον πολίτη. Καμία μεταρρύθμιση όμως δεν μπορεί να ελπίζει σε επιτυχία αν δεν λειτουργεί σωστά η δημόσια διοίκηση. Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας, της λογοδοσίας και της ακεραιότητας της δημόσιας διοίκησης, αποτελούν, την πρώτη από τις μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες της χώρας».
Τα παραπάνω σημείωσε η βουλευτής Λάρισας της ΝΔ κα Στέλλα Μπίζιου στην ομιλία της στη Βουλή κατά την συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών «Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου του Δημόσιου Τομέα, Σύμβουλος Ακεραιότητας στη δημόσια διοίκηση και άλλες διατάξεις για τη δημόσια διοίκηση και την τοπική αυτοδιοίκηση».
«Η δημόσια διοίκηση είναι ο νούμερο ένα παράγοντας εύρυθμης λειτουργίας του κράτους. Παθογένειες όπως η διαφθορά, η κατάχρηση εξουσίας, η γραφειοκρατία, πλήττουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, υπονομεύουν τη σχέση του πολίτη με το κράτος και κάνουν φανερή την επιτακτική και άμεση ανάγκη για το ριζικό επαναπροσδιορισμό του δημοσίου τομέα μέσα από βαθιές τομές», σημείωσε η κα Μπίζιου.
«Όταν αναφερόμαστε σε φαινόμενα διαφθοράς η πρώτη μας σκέψη είναι η δωροδοκία και ο χρηματισμός. Δεν είναι όμως μόνον αυτά. Διαφθορά σημαίνει κακή διαχείριση των πόρων του κράτους, διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, κακή ποιότητα παρεχόμενων δημοσίων υπηρεσιών, εκμετάλλευση εμπιστευτικών πληροφοριών και κατάχρηση εξουσίας.
Κοινός παρονομαστής όλων των διαφορετικών εκφάνσεων της διαφθοράς είναι ότι καταλήγουν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Η διαφορά δεν έχει αντίκτυπο μόνο στους δημόσιους πόρους ως αποτέλεσμα της κακοδιαχείρισης, αλλά ενισχύει την κοινωνική αδικία και υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος, τους θεσμούς και τις κυβερνήσεις», ανέφερε η ίδια χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως «η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας οραματίζεται ένα δημόσιο τομέα που θα λειτουργεί με όρους διαφάνειας, ακεραιότητας και λογοδοσίας. Έναν δημόσιο τομέα όχημα στην πορεία ανάπτυξης της χώρας».
«Ο εσωτερικός έλεγχος αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της καλής διακυβέρνησης του δημόσιου τομέα. Με τον έλεγχο διασφαλίζουμε ότι οι δημόσιοι πόροι χρησιμοποιούνται υπεύθυνα και αποτελεσματικά για την επίτευξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων. Μέσα από τον έλεγχο επιτυγχάνεται η λογοδοσία και κατ’ επέκταση οικοδομείται εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και της διοίκησης. Η νομοθετική πρωτοβουλία που συζητάμε σήμερα εισάγει ρυθμίσεις για ένα ολοκληρωμένο σύστημα εσωτερικού ελέγχου σε όλο τον δημόσιο τομέα.
Για πρώτη φορά σήμερα εισάγεται στο ελληνικό δημόσιο, ο διεθνώς επιτυχημένος θεσμός του συμβούλου ακεραιότητας, που φιλοδοξεί να δημιουργήσει τις συνθήκες ανάπτυξης και καλλιέργειας της απαραίτητης κουλτούρας, ηθικής και ακεραιότητας που πρέπει να διέπει τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, εξασφαλίζοντας τα δικαιώματα των υπαλλήλων, προστατεύοντας ταυτόχρονα το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον, όταν ο υπάλληλος στο δημόσιο έρχεται κατά την άσκηση των καθηκόντων αντιμέτωπος με περιστατικά διαφθοράς, κατάχρησης εξουσίας, σοβαρής αντικοινωνικής συμπεριφοράς, ακόμα και σεξουαλικής παρενόχλησης.»
Η κα Μπίζιου στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης τονίζοντας πως, ενώ ο θόρυβος γύρω από το ζήτημα αυτό έχει πλέον κοπάσει, στο νομοσχέδιο προτάσσεται ως ζήτημα ακεραιότητας και ηθικής.
Η κα Μπίζου τόνισε επίσης πως η δημόσια διοίκηση οφείλει να είναι παράδειγμα συμπεριφοράς για τους πολίτες, οφείλει να λειτουργεί υποδειγματικά. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει από μόνο του. Πρέπει εμείς να δημιουργήσουμε το νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα είναι ενταγμένες οι καλές πρακτικές. Πρέπει εμείς να δημιουργήσουμε το πρόσφορο έδαφος ώστε να γεννηθεί, να αναπτυχθεί και να λειτουργήσει η κουλτούρα της ακεραιότητας.
Την ομιλία της έκλεισε η Λαρισαία βουλευτής με μνεία στον ποιητής μας Κώστα Καρυωτάκη, που υπήρξε και ο ίδιος δημόσιος υπάλληλος. Σε ένα άρθρο του που δημοσιεύτηκε το 1928 και τιτλοφορείται «Ανάγκη Χρηστότητος» έγραψε:
«Αλλά μήπως έπραξε τίποτε η Κυβέρνησις δια να ενισχύσει ηθικώς τους υπαλλήλους, δια να εξασφαλίσει την ανεξαρτησίαν των, δια να τους απαλλάξει από τας κομματικάς πιέσεις; Ούτε μία δραχμή δεν απητείτο προς τούτο.»
«Σήμερα μπορούμε να πούμε πως ναι, η κυβέρνηση αυτή έπραξε», κατέληξε η κα Μπίζιου.