«Ο σκοπός είναι ο έγκλειστος εκτίοντας την ποινή του, να συνεχίσει τη ζωή του κυρίως με ελπίδα και με νέους προσανατολισμούς. Και, βεβαίως, ο χρόνος της φυλάκισής του να μην τον στιγματίσει δια βίου, εγκλωβίζοντάς τον στο περιθώριο.
Η “καλή αλλοίωση”, για να χρησιμοποιήσω έναν χριστιανικό όρο, του κρατουμένου κατά τη διάρκεια του σωφρονισμού του θα μπορούσε να είναι και μέτρο πολιτισμού μιας κοινωνίας».
Τα παραπάνω τόνισε ο τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Λαρίσης, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, μιλώντας στην Επιτροπή Σωφρονιστικού συστήματος, με αφορμή την ετήσια Έκθεση για την «Παιδεία-Επαγγελματική Κατάρτιση Κρατουμένων-Εκπαίδευση Προσωπικού Φυλακών».
Ο κ. Χαρακόπουλος επισήμανε ότι «το σωφρονιστικό σύστημα βρίσκεται σε οριακό σημείο, όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν. Υπάρχει έξαρση της πάσης φύσεως παραβατικότητας, με ειδεχθή εγκλήματα που σοκάρουν την κοινή γνώμη αλλά και έξαρση της λεγόμενης μικροεγκληματικότητας. Ως συνέπεια είναι η ραγδαία αύξηση των κρατουμένων. Επιπλέον, το πλήθος των κρατουμένων, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι ιδιαίτερα ανομοιογενές, λόγω της μετανάστευσης».
Το στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε ότι «δυστυχώς, είναι κοινή η εντύπωση ότι κάποιος μπορεί να μπει για μια μικροκλοπή ή μικροαπάτη στη φυλακή και αντί σωφρονισμού να βγει με ντοκτορά στο οργανωμένο έγκλημα!
Υπ’ αυτό το πρίσμα, είναι θεωρώ εξαιρετικά σημαντικές οι πρωτοβουλίες που έχουν παρθεί στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας, σε πολλά εκ των οποίων η κατάσταση είναι ιδιαιτέρως επιβαρυμένη –και ήδη θα έπρεπε να είχε εκπονηθεί ένα σχέδιο δημιουργίας και λειτουργίας νέων σωφρονιστικών καταστημάτων, που να εκπληρούν τις σύγχρονες προδιαγραφές, όπως αυτές υφίστανται στον προηγμένο κόσμο.
Γιατί βεβαίως, η λύση δεν μπορεί να είναι να βγαίνουν όλοι έξω ανεξαρτήτως του αδικήματος και της μεταμέλειας που έχουν επιδείξει, με νόμους όπως τον γνωστό νόμο Παρασκευόπουλου».
Ο κ. Χαρακόπουλος αναφέρθηκε ιδιαιτέρως στα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας και στα ΙΕΚ, που χαρακτήρισε πετυχημένους θεσμούς και ζήτησε να ιδρυθούν και σε εκείνα τα σωφρονιστικά ιδρύματα που δεν υπάρχουν.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στους αλλοδαπούς κρατουμένους -πολλοί εκ των οποίων δεν μιλούν την ελληνική- και γι’ αυτό πρότεινε «η κατάρτιση σε επαγγελματικά προγράμματα να γίνεται στην δική τους γλώσσα, κυρίως για τις μεγαλύτερες σε αριθμό εθνικο-γλωσσολογικές ομάδες κρατουμένων. Αυτό θα έλυνε πολλά προβλήματα τόσο συνεννόησης, όσο και επαγγελματικής αποκατάστασης όταν επιστρέψουν στις πατρίδες τους».