Η τελευταία ημέρα του Μαΐου έχει οριστεί ως Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος με στόχο τη διάδοση των προβλημάτων στην υγεία που προκαλείται από την βλαβερή αυτή συνήθεια και τα μηνύματα σε άνδρες και γυναίκες για τη διακοπή του. Ο Καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κα Διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας κ. Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης δεν έχει κρύψει ποτέ τον αγώνα που κάνει για να μεταδώσει το μήνυμα της διακοπής καπνίσματος και να γνωστοποιήσει τις σημαντικές ασθένειες που σχετίζονται από το κάπνισμα. Μιλώντας στο Ράδιο ΕΝΑ και στον Δημήτρη Καρεκλίδη τόνισε ότι στην Ελλάδα πεθαίνουν κάθε χρόνο 4000 άνθρωποι από το κάπνισμα, ενώ πιο πολλά θύματα καταγράφονται από την συνήθεια αυτή, παρά από την πανδημία!
«Από το κάπνισμα πεθαίνουν στην Ελλάδα περίπου 4000 άνθρωποι κάθε χρόνο. 1 στους 3 ενήλικες καπνίζουν στην Ελλάδα, αλλά η αρχή του καπνίσματος γίνεται στο Γυμνάσιο καμία φορά και στο δημοτικό. Αυτό σημαίνει πολλά χρόνια καπνίσματος, λιγότεροι άνθρωποι και το προϊόν που τελικά πωλείται είναι στην ίδια ποσότητα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Γουργουλιάνης σοκάροντας με τα στοιχεία για τις ηλικίες των νεαρών που ξεκινούν το κάπνισμα.
«Το κακό είναι ότι χάνονται νέοι άνθρωποι από το κάπνισμα, γιατί κάποιος που ξεκινά το κάπνισμα στα 10-12 , 13 του χρόνια στα 40 έτη έχει τόση καπνιστική συνήθεια που μπορεί να πάθει και καρκίνο του πνεύμονα και ΧΑΠ κτλ. Στη δική μας εποχή, όταν κάποιος κάπνιζε, άρχιζε στον στρατό, δηλαδή στα 20 ίσως και λίγο παραπάνω, κοντά στα 30 για εκείνους που σπουδάσανε, οπότε συμπλήρωναν τα χρόνια στα 60 τους. Άρα τώρα χάνουμε νεότερους ανθρώπους», σημείωσε ο ίδιος.
Μάλιστα μετέφερε και ένα στοιχείο που προβληματίζει καθώς σύμφωνα με τον Καθηγητή περισσότεροι είναι όσοι πέθαναν από το κάπνισμα τα τελευταία χρόνια, παρά από την πανδημία!
«Σε αντιπαραβολή με την πανδημία, αθροιστικά, οι άνθρωποι που πεθάναν από το κάπνισμα την διάρκεια της πανδημίας ήταν περισσότεροι από αυτούς που πεθάνανε από την πανδημία και ήταν και νεότεροι. Τα πρώτα χρόνια της πανδημίας πέθαναν 6000-7000 άνθρωποι υπερήλικες και νέοι κι έπειτα ο αριθμός έπεσε στους 2000-3000, ενώ εδώ έχουμε 4000 σταθερά και νεότερους ανθρώπους να πεθαίνουν από το κάπνισμα», υπογράμμισε ο κ. Γουργουλιάνης συμπληρώνοντας ότι τον καιρό της πανδημίας οι καπνιστές δεν ασχολούνταν με την προσπάθεια διακοπής του μέσω των ιατρείων διακοπής καπνίσματος, καθώς φοβόντουσαν να επισκεφθούν οποιαδήποτε υπηρεσία υγείας.
Τώρα όμως ξεκίνησε πάλι η ροή ασθενών στα ιατρεία διακοπής καπνίσματος με τα αποτελέσματα να είναι ιδιαιτέρως θετικά, καθώς ένα 30% πετυχαίνει τον στόχο του.
Ο κ. Γουργουλιάνης αναφέρθηκε και σε πρόγραμμα που είχε εκπονήσει η Πνευμονολογική Κλινική πριν από κάποια χρόνια στο Σωφρονιστικό Κατάστημα της Κασσαβέτειας με πολύ καλά αποτελέσματα, καθώς ένα 30% διέκοψε το τσιγάρο.
Όπως εξήγησε ο Καθηγητής το ιατρείο διακοπής καπνίσματος λειτουργεί μία φορά την εβδομάδα και έρχονται δέκα άτομα κάθε εβδομάδα.
Ο ίδιος όμως στάθηκε στην προσπάθεια που γίνεται στο εξωτερικό και που θα πρέπει να ξεκινήσει και στην Ελλάδα μέσω ενός προγράμματος όπως αυτό της προληπτικής μαστογραφίας για την έγκυρη διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονα.
« Αυτός που καπνίζει εάν τον αντιμετωπίσουμε ως ασθενή κι έτσι πρέπει να τον δούμε καθώς είναι ένας άνθρωπος εξαρτημένος και άρρωστος, παράλληλα με την διακοπή του καπνίσματος πρέπει να του προσφέρεται η δυνατότητα να κάνει έγκαιρη διάγνωση.
Αφού δεν μπορεί να κόψει το τσιγάρο, να του δίνεται η δυνατότητα να συνταγογραφεί και να αποζημιώνεται μία αξονική χαμηλής δόσης, με μικρή ακτινοβολία και με αυτό τον τρόπο να βρεθεί έγκαιρα ο καρκίνος, πιθανότατα να χειρουργηθεί και να σωθεί και να κοπεί και το τσιγάρο παράλληλα», τόνισε ο ίδιος, διευκρινίζοντας ότι προς το παρόν στην Ελλάδα δεν μπορεί να συνταγογραφηθεί μία τέτοια προληπτική εξέταση.
Ένα ογκολογικό κέντρο χρειάζεται υποστηρικτικές δομές δεν είναι μπουτίκ με παπούτσια
Στο μεταξύ ο Καθηγητής αναφέρθηκε και στο Πρότυπο Ογκολογικό Κέντρο που δρομολογείται να γίνει στη Λαμία και έχει ξεσηκώσει τους πανεπιστημιακούς γιατρούς αλλά και τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας, οι οποίοι και αντιδρούν.
«Ένα ογκολογικό κέντρο δεν είναι μία μπουτίκ που πουλάει παπούτσια και μπορεί να το ανοίξει κάποιος στο πουθενά. Ένα Ογκολογικό Κέντρο πρέπει να είναι δίπλα σε δομές που λειτουργούνε γιατί οι ασθενείς αυτοί θέλουν έγκαιρη διάγνωση. Εάν ένας ασθενής έχει έναν όζο, πρέπει να κάνει βρογχοσκόπηση, πρέπει να υπάρχουν βρογχοσκόποι και σύγχρονα μηχανήματα. Αυτός ο άνθρωπος θα χρειαστεί να κάνει ακτινοθεραπεία ή να χειρουργηθεί, άρα χρειάζεται θωρακοχειρουργικό τμήμα ή μια δομή που θα τον υποστηρίξει στις επιπλοκές της θεραπείας, να μπει σε μια ΜΕΘ. Αυτή είναι μία ολοκληρωμένη προσπάθεια, από τη διάγνωση μέχρι την υποβοήθηση σε ότι συμβεί μετά τη θεραπεία», εξήγησε ο κ. Γουργουλιάνης σημειώνοντας πως στη Λαμία υπάρχει έναν πνευμονολόγος και ένας ογκολόγος, ενώ πολλά πνευμονολογικά περιστατικά διακομίζονται καθημερινά στο Πανεπιστημιακό της Λάρισας.
«Δεν είμαι αντίθετος να γίνει στην Λαμία τέτοιο κέντρο, αλλά πρέπει να υπολογιστούν όλα τα υπόλοιπα. Η εικόνα που έχω από τα Νομαρχιακά Νοσοκομεία είναι εικόνα έλλειψης προσωπικού», επεσήμανε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι η Λαμία απέχει μόλις 1,5 ώρα από την Αθήνα και παρατηρείται το φαινόμενο να μην πηγαίνουν γιατροί.
Ο κ. Γουργουλιάνης τόνισε πως χρειάζονται ισχυρά κίνητρα στους γιατρούς για να επιστρέψουν από το εξωτερικό υποστηρίζοντας ότι για να επιστρέψουν οι νέοι αυτοί επιστήμονες θέλουν αξιοκρατία, αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας , σχέση με έρευνα.
Συνδέοντας την κατάσταση που υπάρχει σε άλλες πόλεις της Ευρώπης ο Καθηγητής ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στην Πορτογαλία ο μισθός του Διευθυντή είναι 6000-7000 ευρώ. Πρέπει να δοθούν κίνητρα. Όταν το σύστημα δεν προσελκύει γιατρούς αλλά και εξειδικευμένους νοσηλευτές, το να κάνεις ένα κτήριο κάπου, χωρίς να έχουν γίνει οι άλλες υποδομές είναι μία κίνηση, που δεν προβλέπεται από τα διεθνή δεδομένα», κατέληξε ο κ. Γουργουλιάνης.