Εκρηκτική γίνεται μέρα με τη μέρα η κατάσταση σε πολλές περιοχές της χώρας, με αφορμή τη διαχείριση του νερού, καθώς οι συνθήκες καύσωνα μεγαλώνουν τις απαιτήσεις της αγροτικής παραγωγής, ενώ την ίδια στιγμή η παρατεταμένη ξηρασία περιορίζει τη στάθμη στους ταμιευτήρες και στα αρδευτικά δίκτυα.
Έτσι, από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη δεν είναι λίγες οι περιοχές που απειλούνται στην κυριολεξία από έλλειψη αρδευτικού νερού, την ώρα που τα μη αρδευόμενα αγροκτήματα έχουν ήδη καταβάλει βαρύ τίμημα από την εικόνα που παρουσιάζουν οι καιρικές συνθήκες εδώ και αρκετό καιρό.
Για παράδειγμα, τα ξερικά σιτηρά υπέστησαν φέτος πανωλεθρία ειδικά από τη Θεσσαλία και Νοτιότερα, κάτι που συμβαίνει αυτόν τον καιρό με τον ηλίανθο στις αντίστοιχες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
Για μεγάλης έκτασης απώλεια παραγωγής, εκεί όπου δεν υπάρχει δυνατότητα άρδευσης, γίνεται ήδη λόγος και στις ορεινές αμπελουργικές ζώνες της Κρήτης, της Νεμέας, και της Ραψάνης, ενώ κάπως καλύτερα δείχνουν τα πράγματα, καθώς πέρασαν κάποιες βροχές, στη Νάουσα, το Αμύνταιο και τη Γουμένισσα.
Μεγάλο θέμα προκύπτει και για την ελαιοκαλλιέργεια, ειδικά αν οι συνθήκες ξηρασίας και καύσωνα επιμείνουν με την ίδια ένταση και τον επόμενο μήνα. Ειδικά στην Κρήτη η μείωση παραγωγής λόγω καύσωνα θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ενώ στην υπόλοιπη χώρα και δη στη Λακωνία, πολλά θα εξαρτηθούν από τις συνθήκες που θα επικρατήσουν και κατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου.
Εκεί πάντως που τα προβλήματα μοιάζουν αξεπέραστα, είναι για μια ακόμη φορά στη Θεσσαλία, όπου οι απαιτήσεις για αρδευτικό νερό είναι τεράστιες και την ίδια ώρα τα αποθέματα έχουν μειωθεί σημαντικά, ενώ το αρδευτικό δίκτυο, μετά τις καταστροφές του περασμένου Σεπτεμβρίου έχει τα κακά του τα χάλια.
Σε μια ευρεία συνάντηση όλων των εμπλεκόμενων (Αγρότες, ΤΟΕΒ, Τοπική Αυτοδιοίκηση) που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 15 Ιουλίου (μεσημέρι) στην Περιφέρεια Θεσσαλίας στη Λάρισα, φάνηκε καθαρά ότι δύσκολα θα βρεθεί λύση για ένα μεγάλο μέρος των καλλιεργούμενων εκτάσεων που βρίσκονται στα βόρεια του κάμπου (νομός Λάρισας) και στις οποίες το νερό του Πηνειού δεν είναι αρκετό για να τις καλύψει αρδευτικά αυτή την περίοδο.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης προέκυψε μάλιστα ότι στον απόηχο της καταστροφής που έγινε τον περασμένο Σεπτέμβριο, η κάθε περιοχή και το κάθε ΤΟΕΒ λειτουργεί κατά βούληση προκειμένου να καλύψει τις κατά τόπους ανάγκες, χωρίς να είναι εφικτός ένας ευρύτερος σχεδιασμός που να οριοθετεί τη διαχείριση των διαθέσιμων υδάτων και να μεριμνά για τη σωτηρία των καλλιεργειών εκεί όπου οι αποστάσεις από τις «πηγές» είναι μεγαλύτερες.
Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει η περιοχή που εκτείνεται από τη Λάρισα μέχρι τα Τέμπη, όπως και ολόκληρος σχεδόν ο Δήμος Κιλελέρ, σε μια έκταση μεγαλύτερη των 120.000 στρεμμάτων που επειδή ακριβώς είχε πλημμυρίσει για καιρό (σχεδόν μέχρι τα Χριστούγεννα), αυτό υποχρέωσε τους αγρότες να στραφούν σε όψιμες καλλιέργειες (αντί χειμερινών σιτηρών) ανεβάζοντας ακόμη περισσότερο τις αρδευτικές ανάγκες αυτής της εποχής.
Έτσι, η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι στο νομό Καρδίτσας, έχουν γίνει κάποια αυθαίρετα φράγματα που συγκρατούν τη ροή του νερού προς τη βορειοανατολική πλευρά του θεσσαλικού κάμπου. Αντίθετα στη Λάρισα και συγκεκριμένα στην περιοχή της Γυρτώνης, ο υπέρμετρος ζήλος της Πολιτικής Προστασίας (μην έχουμε τα περυσινά), είχε ως αποτέλεσμα να σπάσει το φράγμα που συγκρατούσε, έστω και υποτυπωδώς, τα νερά του Πηνειού (πριν φύγουν για τη θάλασσα) με αποτέλεσμα να δημιουργείται σήμερα μείζον ζήτημα επάρκειας.
Γιάννης Πανάγος (agronews.gr)