Γράφει ο Γιώργος Λαμπρούλης, βουλευτής Λάρισας του ΚΚΕ
Με την κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο και με τα αδιέξοδα από την ένταση της επιχειρηματικής δράσης να γιγαντώνονται, αποδεικνύεται ξανά ότι κάθε βήμα υλοποίησης της αντιδραστικής αυτής στρατηγικής δημιουργεί και νέα προβλήματα αντί να αντιμετωπίζει τα υπάρχοντα.
Αυτό το «επεισόδιο» παίζεται τις τελευταίες μέρες, με την προσπάθεια της κυβέρνησης να μπάσει ιδιώτες γιατρούς στο ΕΣΥ. Η ίδια κυβέρνηση που αρνιόταν την περίοδο της πανδημίας να επιτάξει τον ιδιωτικό τομέα, θωρακίζοντας τα κέρδη των ιατρικών κολοσσών σε βάρος των αναγκών του λαού, σήμερα παριστάνει τον …σερίφη στους αυτοαπασχολούμενους γιατρούς της γειτονιάς, απειλώντας με «υποχρεωτικά μέτρα» προκειμένου να γίνει πράξη ένας ακόμα κρίκος εμπορευματοποίησης. Κι αυτό αφού πρώτα, σε συνέχεια των προκατόχων της, άφησε τα πράγματα να οδηγηθούν σε σημείο που η λειτουργία των νοσοκομείων τινάζεται στον αέρα λόγω των ελλείψεων σε προσωπικό. Γι’ αυτό και είναι προκλητική υποκρισία να ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι «το Νο 1 ζήτημα είναι να λειτουργούν τα νοσοκομεία», αφού με την πολιτική της έφερε και φέρνει λουκέτα, διάλυση, εμπορευματοποίηση και πελατεία στους ιδιώτες.
Την ίδια στιγμή λοιπόν που από την κυβερνητική προπαγάνδα παρουσιάζεται σαν «ουτοπία» το να λειτουργούν τα δημόσια νοσοκομεία απρόσκοπτα εν έτει 2024, με όλο το αναγκαίο προσωπικό στα πόστα του, με γιατρούς και νοσηλευτές που δεν θα διαλύονται σωματικά και ψυχικά, που θα αμείβονται για το έργο τους αντί να εργάζονται απλήρωτοι, η «διέξοδος» που δίνει η κυβέρνηση είναι αυτή που αναπαράγει το πρόβλημα:
Νοσοκομεία – «αυτοχρηματοδοτούμενες μονάδες», με γιατρούς που θα «πουλάνε» υπηρεσίες στους ασθενείς – πελάτες, ώστε να μπορεί το κράτος να νίπτει τας χείρας του και να «εξοικονομεί πόρους» που θα κατευθύνονται στην «ανάπτυξη», δηλαδή στη στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων.
Αυτήν την κατεύθυνση υπηρετούν και τα επί πληρωμή χειρουργεία, και οι συμβάσεις με ιδιώτες, και η παράλληλη άσκηση ιδιωτικού έργου από τους γιατρούς. Η μέθοδος είναι σαφής και συμπυκνώνεται στο εξής: «Το κράτος δεν δίνει φράγκο, φορτώστε το κόστος στους ασθενείς». Είναι η μέθοδος που υλοποιείται διαχρονικά και κλιμακούμενα από όλες τις κυβερνήσεις, σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ, οδηγώντας στο σημερινό χάλι.
Αυτή η αθλιότητα αποτυπώνεται σε στοιχεία που δείχνουν ότι ο λαός δαπανά απευθείας σχεδόν 6 δισ. ευρώ για την υγεία του (στοιχεία 2022), ενώ ο τζίρος μόνο της ιδιωτικής Υγείας φτάνει κοντά στα 2 δισ. ευρώ τον χρόνο, με μεγάλο μάλιστα ρυθμό ανάπτυξης και φέτος.
Στην ίδια κατεύθυνση άλλωστε κινείται και το νομοσχέδιο – έκτρωμα για την Ψυχική Υγεία και την Απεξάρτηση, το οποίο για την ένταση της επιχειρηματικής δράσης στους ευαίσθητους αυτούς τομείς ξηλώνει τα εναπομείναντα ψυχιατρικά νοσοκομεία, διαλύει δομές απεξάρτησης και πρόληψης, πριμοδοτώντας τη δράση ΜΚΟ και ιδιωτών. Οχι τυχαία, η αντιδραστική «ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης», όπως ονομάζεται το νομοσχέδιο, αποτελεί ένα από τα προαπαιτούμενα για το Ταμείο Ανάκαμψης, το «μνημόνιο των μνημονίων», που ψήφισαν όλα μαζί τα αστικά κόμματα προκειμένου να πέσει «ζεστό» χρήμα σε μεγάλους ομίλους και να ανοίξουν πεδία για νέες κερδοφόρες μπίζνες.
Για την Υγεία του λαού στο ύψος των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων του 21ου αιώνα, λοιπόν, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τη σύγκρουση με την πολιτική κυβερνήσεων και ΕΕ, με τη λογική των «δημοσιονομικών αντοχών» και της θωράκισης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Αυτός είναι ο μεγάλος ένοχος για τα σμπαραλιασμένα νοσοκομεία, την ανύπαρκτη Πρωτοβάθμια Φροντίδα, τα ασθενοφόρα – καρότσες κ.ο.κ. Ο λαός έχει πλούσια πείρα, που αποδεικνύει ότι μόνη διέξοδος είναι η ρεαλιστική πρόταση πάλης του ΚΚΕ για κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης, για αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας, για ρήξη δηλαδή με το σάπιο και βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα.