Εξηγήσεις για την προειδοποίηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις διακρίσεις σε βάρος των αναπληρωτών εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία, ζητά ο Αναπληρωτής Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος και Βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία κ. Βασίλης Κόκκαλης, με ερώτησή του προς τον Υπουργό Παιδείας κ. Κυριάκο Πιερρακάκη.
Στην ερώτηση που συνυπογράφουν ακόμη 15 Βουλευτές της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αναφέρονται τα εξής:
«Στη χώρα μας οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί δημόσιων σχολείων, διέπονται από ένα εντελώς διαφορετικό νομικό καθεστώς σε σχέση με αυτό των μόνιμων εκπαιδευτικών, επειδή παρέχουν εργασία ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και έχουν τις ίδιες διατάξεις µε όλες τις κατηγορίες των υπαλλήλων που έχουν µε το δημόσιο σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου.
Μάλιστα η αδικία αυτή αναδείχθηκε πρόσφατα και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία πρόσφατα στις 25 Ιουλίου 2024, αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ελλάδα [INFR(2024)4013], λόγω μη ορθής μεταφοράς στο εθνικό της δίκαιο της οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, η οποία απαγορεύει την εισαγωγή διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Για τον λόγο αυτόν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα, η οποία έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να ανταποκριθεί και να άρει τις ελλείψεις που επισημάνθηκαν από την Επιτροπή.
Επειδή τόσο οι μόνιμοι όσο και οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί υπηρετούν τον ίδιο σκοπό και προσφέρουν ίδιο έργο και ίδιες υπηρεσίες στην δημόσια εκπαίδευση.
Επειδή Το ελληνικό δίκαιο προβλέπει λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες απασχόλησης για τους εκπαιδευτικούς με συμβάσεις ορισμένου χρόνου που εργάζονται σε δημόσια σχολεία σε σύγκριση με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς.
Επειδή η διάκριση αυτή έχει δημιουργήσει εργαζόμενους «δύο ταχυτήτων» στα δημόσια σχολεία.
Επειδή είναι επιβεβλημένη η άρση των προκαλούμενων ανισοτήτων και των στρεβλώσεων που έχουν προκληθεί στα εργασιακά δικαιώματα των μόνιμων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών της δημόσιας εκπαίδευσης.
Επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εάν δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση, μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.
Ερωτάται ο αρμόδιος κ. Υπουργός: Σε ποιες ενέργειες έχει ή πρόκειται να προβεί προκειμένου να ανταποκριθεί εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την άρση των ελλείψεων που επισημάνθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ορθή μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της χώρας μας της οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου;»