«Το ζητούμενο δεν είναι μόνο η θωράκιση, η ενίσχυση του ευρωπαϊκού πιστωτικού συστήματος, είναι ταυτόχρονα και η στήριξη της κοινωνίας, η στήριξη αυτού ο οποίος επλήγη, όχι μόνο από την κρίση τη μνημονιακή, αλλά και από την υγειονομική κρίση. Αυτό είναι επίσης ένα μεγάλο ζητούμενο μαζί -θα συμφωνήσουμε- με την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος».
Τα παραπάνω επεσήμανε από το βήμα της βουλής, ο βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ κ. Βασίλης Κόκκαλης, στο πλαίσιο της συζήτηση για την κύρωση της συμφωνίας για την τροποποίηση της συνθήκης για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Ο Λαρισαίος πολιτικός στάθηκε ιδιαίτερα στο νέο θεσμικό πλαίσιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, το οποίο και χαρακτήρισε ως «το μεγαλύτερο ολίσθημα», για να εξηγήσει ότι πρόκειται για μία διαδικασία «στην οποία δεν υποχρεώνεται η τράπεζα όχι να συμμετάσχει, να απαντήσει. Είναι λίγες οι
πιθανότητες θετικής ευόδωσης».
Μεταξύ άλλων ο κ. Κόκκαλης ανέφερε: «Έρχονται προς ψήφιση στη Βουλή δύο κυρώσεις οι οποίες αποτελούν την υποχρέωση της χώρας μας, ώστε να
αποκτήσουν την ισχύ τυπικού νόμου. Θα χρησιμοποιήσω μια έκφραση του Υφυπουργού Οικονομικών χτες από την επιτροπή, ότι αυτές οι κυρώσεις έχουν στόχο τη θωράκιση του ευρωπαϊκού πιστωτικού συστήματος.
Το ζητούμενο, όμως, είναι μόνο αυτό, κύριε Υπουργέ; Είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι θα διαφωνήσουν –πιστεύω- ότι μετά την πανδημία πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να δει κάποια πράγματα από την αρχή.
Είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι θα διαφωνήσουν –σεβαστή, βέβαια, η διαφωνία τους- ότι η Ευρώπη πρέπει να ξαναγυρίσει πάλι στις ρίζες της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και στην καταπολέμηση των ανισοτήτων.
Στα πλαίσια αυτά, είναι κρίσιμο να αναφερθούμε στην εθνική πολιτική του κράτους-μέλους, εν προκειμένω για τη χώρα μας, που έχει να κάνει με την
υπερχρέωση - η Ελλάδα, δυστυχώς, είναι η τρίτη χώρα στον κόσμο στην υπερχρέωση και πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση-, το ιδιωτικό χρέος και πώς αυτό αντιμετωπίστηκε στη χώρα μας από το 2009 και μετά.
Θα αναφερθώ σε κάποια συγκεκριμένα εμβληματικά γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα, ενδεικτικά, στο πώς αντιλαμβανόταν η προηγούμενη Κυβέρνηση και πώς αντιλαμβάνεται η σημερινή τη διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο αποτελεί θηλειά στα φυσικά πρόσωπα, στα νοικοκυριά και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Είναι ενδεικτικό, πολιτικές με έντονο κοινωνικό πρόσημο αναπτύχθηκαν κατά την προηγούμενη διακυβέρνηση, στην οποία υπήρχε η λεγόμενη ασφυκτική μνημονιακή επιτροπεία-εποπτεία. Σε καθαρά μνημονιακά χρόνια η προηγούμενη Κυβέρνηση ελάφρυνε το χρέος των ασφαλισμένων, «κούρεψε», όχι μόνο τόκους, ελάφρυνε και κεφάλαιο, ασφαλιστικές εισφορές.
Κατά την προηγούμενη διακυβέρνηση ψηφίστηκαν οι εκατό είκοσι δόσεις. Στην προηγούμενη διακυβέρνηση ψηφίστηκε και εφαρμόστηκε το ακατάσχετο. Κατά την προηγούμενη διακυβέρνηση ψηφίστηκε και εφαρμόστηκε το ακατάσχετο για τους αγρότες 7.500 ευρώ. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κάποιος σε αυτή την Αίθουσα ο οποίος να νομίζει ότι συμφωνούσαν οι τράπεζες με τέτοιου είδους ενέργειες, με την εφαρμογή του ακατάσχετου.
Κατά την προηγούμενη διακυβέρνηση το έτος 2018, ξεκίνησε μετά από εξαγγελίες τριών Υπουργών από το 1985 η σύσταση της Αναπτυξιακής Τράπεζας, μιας τράπεζας η οποία σκοπό δεν είχε και δεν έχει να υποκαταστήσει το εγχώριο πιστωτικό σύστημα, αλλά να βοηθήσει αυτούς οι οποίοι δεν έχουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό.
Σήμερα, από το 2019, ποια είναι η πολιτική της Κυβέρνησης για το χρέος;
Κατήργησε, ουσιαστικά, την προστασία της πρώτης κατοικίας, αρνείται να προβεί σε μία ευνοϊκή διευθέτηση των χρεών που δημιουργήθηκαν μετά την πανδημία.
Εδώ μπορεί να πει κάποιος αυτή η πρόταση αγγίζει τα όρια του λαϊκισμού. Όχι, η πρόταση την οποία κατέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας έχει προηγούμενο, σας είπα πριν. Το 2016 «κουρεύτηκε» και κεφάλαιο των ασφαλιστικών εισφορών των χρεών των μικρομεσαίων προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Ένας νόμος όπου στηρίχθηκε και η τροπολογία πριν τρεις μήνες, η δική σας τροπολογία, την οποία και ψηφίσαμε που έχει να κάνει με τις 120 δόσεις στους ελεύθερους επαγγελματίες.
Συνεπώς, υπάρχει προηγούμενο.
Συνεχίζω. Τι άλλο έκανε για τη διευθέτηση του χρέους αυτή η Κυβέρνηση; Μήπως πέτυχε το Πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ Ι και ΓΕΦΥΡΑ ΙΙ; Όχι, γιατί απλούστατα, η βασική προϋπόθεση για να ενταχθεί κάποιος στο ΓΕΦΥΡΑ Ι και στο ΓΕΦΥΡΑ ΙΙ ήταν να είναι ενήμερα τα δάνειά του. Το ζητούμενο είναι να εξυπηρετηθούν τα δάνεια τα οποία δεν είναι ενήμερα.
Και έρχομαι στο μεγαλύτερο ολίσθημα, σ’ αυτό το οποίο προβάλλεται τεχνηέντως και ευπροσώπως και μερικές φορές επιτυχημένα για 350 δόσεις, για 400 δόσεις, σύμφωνα με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
Εύχομαι ειλικρινά να πετύχει αυτός ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, συμβιβασμός όμως, διαδικασία, στην οποία δεν υποχρεώνεται η τράπεζα όχι να συμμετάσχει, να απαντήσει. Είναι λίγες οι πιθανότητες θετικής ευόδωσης.
Πού είναι οι μικροπιστώσεις, από την Αναπτυξιακή Τράπεζα; Πού είναι η προεξόφληση επιταγών με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου;
Προγράμματα τα οποία είναι ήδη εγκεκριμένα από την Αναπτυξιακή Τράπεζα, το λεγόμενο factoring. Πού είναι η ρευστότητα από την οποία έχουν αποκλειστεί η πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων;
Και καταλήγω με το εξής. Το ζητούμενο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι μόνο η θωράκιση, η ενίσχυση του ευρωπαϊκού πιστωτικού συστήματος, είναι ταυτόχρονα και η στήριξη της κοινωνίας, η στήριξη αυτού ο οποίος επλήγη, όχι μόνο από την κρίση τη μνημονιακή, αλλά και από την υγειονομική κρίση. Αυτό είναι επίσης ένα μεγάλο ζητούμενο μαζί -θα συμφωνήσουμε- με την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος».