Του Αναστάσιου Βόπη
Σε μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση με τη συμμετοχή διακεκριμένων ομιλητών και με αντικείμενο το αυτοκέφαλο καθεστώς της Ουκρανικής Εκκλησίας και τον πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, έλαβε μέρος ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος.
Η συζήτηση διεξήχθη στο πλαίσιο της Εσπερίδας Στρογγυλής Τραπέζης με τίτλο «Ουκρανία - Το Αυτοκέφαλο και ο πόλεμος που άλλαξαν τον κόσμο», την οποία διοργάνωσε την Τρίτη στην Αθήνα, ο Οργανισμός Ανάδειξης Ελληνικού και Ορθόδοξου Πολιτισμού «ΑΕΝΑΟΣ».
Κατά τη διάρκεια της Εσπερίδας, όπου συζητήθηκαν οι θρησκευτικές, θεολογικές, πολιτικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις του ανωτέρω θέματος, μεταξύ άλλων μίλησαν ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο Μακαριωτάτος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ. Θεόδωρος και ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Μακάριος.
Ο Μητροπολίτης Λαρίσης, που ήταν και ο κεντρικός ομιλητής της Γ΄ στρογγυλής τραπέζης, μεταξύ άλλων ανέφερε πως, «άλλο πράγμα η ρωσική ηγεσία της εκκλησίας και άλλο ο ρωσικός λαός και η ψυχή του. Εγώ στο ρωσικό λαό μπροστά υποκλίνομαι γιατί είναι ένας λαός που ξέρει με την προοπτική της αναστάσεως και το είδαμε αυτό και στον μεγάλο πατριαρχικό πόλεμο κλήθηκε να θυσιαστεί. Βεβαίως πολλές φορές κατέστη αντικείμενο των ηγετών του και θυσιάστηκε μάταια, όμως η ρωσική ψυχή ήταν αυτή που πάντοτε μπορούσε να αναδεικνύει το μεγαλείο της στις δύσκολες ώρες. Εγώ δεν μπορώ να μιλήσω για ρωσική ορθοδοξία αφού μία είναι η ορθοδοξία όπως και μία είναι η εκκλησία, από εκεί και μετά έχουμε τα διάφορα παιχνίδια πού εργαλειοποιούν την πίστη...».
Ο Σεβασμιώτατος στη συνέχεια αναφέρθηκε σε αυτή την εργαλειοποίηση που όπως σημείωσε, «θα δούμε λίγο μετά τον δεύτερο παγκόσμιο, όταν το 1947 βγαίνει η περίφημη διακήρυξη των επιστημόνων. Αυτή ήταν το ισχυρότερο αντικομμουνιστικό μανιφέστο που εξεδόθη στην Ελλάδα. Ήταν μία διακήρυξη πίστης, συμβατότητας της χριστιανικής πίστεως και της επιστήμης και απόρριψης των αρχών του ιστορικού υλισμού. Τι ζημιά που έκανε η διακήρυξη των επιστημόνων ιδίως το ιδεολογικό μέτωπο της αριστεράς, δεν το έχει κάνει κανένα άλλο κίνημα και ήταν ουσιαστικά η ανάληψη του πνευματικού σκέλους του αντικομμουνιστικού αγώνα από την αδελφότητα θεολόγων η ΖΩΗ. Όχι όμως τόσο από την αδελφότητα ως στελέχη, όσο κυρίως από μία ομάδα καθηγητών πανεπιστημίου που δεν άνηκαν στην αδελφότητα αλλά συνεργάζονταν με αυτή».
«Άνθρωποι, οι οποίοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα χριστιανοδημοκρατικό κόμμα στην Ελλάδα αλλά δεν τους βγήκε όμως η προσπάθεια και αντίθετα δημιουργήθηκαν επιπτώσεις στο πνευματικό έργο της κίνησης της ζωής. Κάποιοι, θεώρησαν ότι δεν μπορούν να πλέκουν τα πολιτικά με τα πνευματικά και έτσι οδηγηθήκαμε σε μία διάσπαση μερικά χρόνια αργότερα. Όμως σε κάθε περίπτωση η προσπάθεια εργαλειοποίησης της πίστης ιδίως ως προσπάθεια ανάσχεσης πραγμάτων τα οποία τα κοινά κόμματα δεν μπορούσαν να ανασχέσουν, επαφέθει όχι στην επίσημη εκκλησία στη Σύνοδο αλλά στα σωματεία της εκκλησίας. Αυτό το οποίο δεν μπόρεσε η αριστερά να διακρίνει στη συνέχεια ήταν ότι δεν είχε απέναντί της την εκκλησία ως Σύνοδο αλλά την εκκλησία ως πνευματική προσπάθεια. Για αυτό πολλές φορές πήγε να εκδικηθεί την εκκλησία ως σύνοδο τους επισκόπους, οι οποίοι πολλές φορές ήταν άσχετοι με αυτά τα οποία άλλοι εξήφεραν και τέκταιναν προκειμένου να επηρεάσουν την πίστη του ελληνικού λαού».
Ο κ. Ιερώνυμος έκανε λόγο για βαλίτσες που συνεχίζουν να πηγαίνουν και να έρχονται από τη Ρωσία. «Το βλέπουμε στον έντυπο λόγο διαφόρων ιστοσελίδων οι οποίες προβάλλουν πολλές φορές σχεδόν άκριτα πράγματα τα οποία έρχονται απευθείας από τη Ρωσία. Ένα άλλο το οποίο προσπάθησε και νομίζω πέτυχε να εργαλειοποιήσει η ρωσική εκκλησία, ήταν η αντιδυτική σκέψη της ορθόδοξης της ελληνικής θεολογικής σκέψης».
Αναφερόμενος στον αείμνηστο πρωτοπρεσβύτερο π. Γεώργιο Μεταλληνό, ο μητροπολίτης Λαρίσης σημείωσε πως, «κάποιοι τείνουν να παρεξηγήσουν το έργο του όχι κρίνοντάς το ιστορικά αλλά ενόψει των πολιτικών εξελίξεων. Ο π. Γεώργιος ήταν μετά λόγου γνώσεως αντιδυτικός όχι στα σύγχρονα ρεύματα της δύσης αλλά στην δύση όπως εκφραζόταν μέσω του Βατικανού και της θεολογίας. Και βεβαίως μέσω της αντίρρησης σε αυτήν τη θεολογία που εξέφερε ο προτεσταντικός κόσμος. Πάνω σε αυτό πολλές φορές εκπρόσωποι από την ρωσική εκκλησία είπαν πολλά για να προσπαθήσουν να παρασύρουν ακόμη και τους νεότερους Έλληνες θεολόγους σε ιδέες που έχουν να κάνουν με τον ρωσικό κόσμο και την προσπάθειά του να ανασχέσει αυτή την αμαρτία που οι άλλοι ορθόδοξοι ανέχονται ή με την οποία συσχηματίζονται. Προφανώς έχουν μπλέξει την ανοχή της ορθοδοξίας, την αγάπη προς τον αμαρτωλό, την προσπάθειά της να αλλάξει τον κόσμο δια της προσευχής και όχι των βίαιων μέσων που πολλοί επικαλούνται. Έχουν μπλέξει λοιπόν την ποιμαντική της ορθόδοξης εκκλησίας με αυτό το οποίο οι ίδιοι προσπαθούν να επιτύχουν».
Ο ιεράρχης στο δυναμικό του λόγο υπογράμμισε πως ορισμένα κέντρα της Μόσχας προσπαθούν να ελέγξουν ανθρώπους στην Ελλάδα. «Έχουμε ανθρώπους οι οποίοι τα δέχονται αυτά ακριβώς επειδή έχουν μία αφέλεια και δεν πιστεύουν αυτό που τους λέμε πολλές φορές στην εκκλησία, ότι ο διάβολος μπορεί να μετασχηματιστεί σε άγγελο για να σε μπερδέψει». Χαρακτήρισε μάλιστα την προσπάθεια της ρωσικής εκκλησίας τέτοια ώστε να μπερδέψει τον Έλληνα και να ελέγξει γενικά τον ορθόδοξο κόσμο.
Ακολούθως έκανε αναφορά σε παράξενες και περίεργες προφητείες. «Είναι η εκμετάλλευση του βιβλίου της αποκάλυψης, έτσι ώστε να παραχθεί πανικός, να υπάρξει προσπάθεια εξήγησης κατά τα ρωσικά συμφέροντα. Βλέπουμε τα τελευταία χρόνια και στα ελληνικά ορθόδοξα ιστολόγια να μας μιλούν όλο για το 666. Βλέπουμε αναφορές στο χάραγμα του αντιχρίστου και ένας φόβος γενικά μην έρθει ο αντίχριστος. Αν κάποιος θέλει να ψηλαφίσει την έκταση της ρωσικής παραβατικότητας στα ορθόδοξα ιστολόγια και την προσπάθεια να ελέγξει το θρησκευτικό φαινόμενο και συναίσθημα στην περιοχή της Ελλάδας, θα πρέπει να διαγνώσει ότι όσα είναι πιο κοντά στη Μόσχα, είναι τόσο περισσότερο αντιεπισκοπικά».
Στηλίτευσε δε την προσπάθεια πολλών ιστολογίων να πείσουν ότι μπορεί να υπάρξει ορθόδοξη εκκλησία χωρίς επίσκοπο ή από επίσκοπο, ο οποίος μπορεί να είναι μακριά. «Το βλέπουμε και στην περιοχή της Ελλάδας, όπου σχεδόν όλοι οι επίσκοποι αντιμετωπιζόμαστε ως προδότες της ορθοδοξίας, ως άμοιροι θεολογικής παιδείας, ως εχθροί της πίστης, αφού δεν συναινούμε στα όσα το Πατριαρχείο Μόσχας διακελέυει, ως προδότες από τη στιγμή που στηρίζουμε την εκκλησία της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις όποιες αποφάσεις του και ενέργειες του και σε κάθε περίπτωση αντιμετωπιζόμαστε από φοβερή έλλειψη σεβασμού. Εγώ μάλιστα το ένιωσα και προσωπικά όσον αφορά το αντιεμβολιαστικό ζήτημα. Έχουμε μία τέτοια διάσταση η οποία είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της προσβολής του ορθόδοξου φρονήματος, της αλλοιώσεως και της αλλοτριώσεως και της εξόδου του από τα ορθόδοξα πλαίσια, όπως τα παραλάβαμε από τους πατέρες».
Ο κ. Ιερώνυμος κατέληξε ωστόσο λέγοντας πως, «εγώ αγαπώ τον ρωσικό λαό και την παράδοσή του και όλο αυτό που ως πνευματικότητα οι άγιοι της Ρωσίας έχουν δημιουργήσει και διαμαρτύρομαι εντόνως, διότι σήμερα ενδεχομένως η ρωσική εκκλησία όλο αυτό να το προδίδει και να το αποστρέφεται προκειμένου υποταγμένη για πολιτικούς σκοπούς να υπηρετήσει κάτι άλλο. Εγώ επιθυμώ την ρωσική πνευματικότητα και την ρωσική ορθόδοξη εκκλησία, όπως την έχω γνωρίσει μέσα από τα αναγνώσματα του Ντοστογιέφσκι, μέσα από τους βίους της ρωσικής εκκλησίας και μέσα από όλα αυτά που η ρωσική παράδοση έχει προσφέρει στην παγκόσμια ορθοδοξία».